Τα προηγούμενα δύο χρόνια συντελέστηκε μια πρωτόγνωρη μεταρρυθμιστική προσπάθεια στη χώρα, η οποία κατάφερε δυο πολύ σημαντικά επιτεύγματα. Αφενός μεν να αποσοβήσει τον υπαρκτό, όπως επιβεβαιώθηκε, κίνδυνο για άμεση έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη την κρίσιμη περίοδο του καλοκαιριού του 2012 και, αφετέρου, να διασφαλίσει τη σταθερότητα και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Χάρη σε αυτή την προσπάθεια, η οποία ανήκει στους Έλληνες πολίτες, η χώρα έχει πλέον την ελπίδα, πως μπορεί να αφήσει πίσω της το «μνημόνιο» και την αυστηρή επιτήρηση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής.
Είναι προφανές, πως η τιτάνια αυτή προσπάθεια που καταβλήθηκε, είχε λάθη. Σε μία χώρα, με τις γνωστές σε όλους διοικητικές αδυναμίες, η διαχείριση μιας τέτοιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης δεν ήταν –και δεν είναι κάτι απλό. Στην προσπάθεια να εξορθολογηθούν τα δημόσια οικονομικά, έγιναν πολλές αστοχίες επί δικαίων και αδίκων. Προβλήματα, που αναδύθηκαν κατά την εφαρμογή των δημοσιονομικών παρεμβάσεων και που όπως οφείλαμε προσπαθήσαμε να διορθώσουμε. Τις περισσότερες φορές μάλιστα, αυτό έγινε με πρωτοβουλία των βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας, οι οποίοι λειτουργήσαμε χωρίς καμία προσωπική ή εκλογική ιδιοτέλεια. Αντίθετα, εκείνο, που κάθε φορά επιδιώκαμε ήταν να υπάρξουν οι ελάχιστες δυνατές κοινωνικές θυσίες, ώστε να διασφαλίσουμε την αναγκαία κοινωνική συναίνεση, για συνεχίσουν να γίνονται στο τόπο όλα όσα έχει ανάγκη. Αυτό επέβαλλε το πατριωτικό μας καθήκον για να κρατήσουμε ζωντανή την Ελλάδα, κάνοντας πολλές φορές επιλογές, που μας έφεραν απέναντι στην κοινωνία, απέναντι στους δικούς μας ανθρώπους, αφού όλοι επηρεάστηκαν από αυτές.
Και τούτο δεν σημαίνει, βέβαια, πως κάποιοι έχουν διαπιστευτήρια κοινωνικής ευαισθησίας ισχυρότερα από τα δικά μας. Δεν θα δεχθούμε, επομένως, σήμερα, υπό την ασφάλεια της σταθερότητας, που οι Έλληνες πολίτες με τις θυσίες τους πέτυχαν, διαλέξεις και ηθικολογίες από όσους συνειδητά απείχαν, από αυτή την διαδικασία. Που τίποτα δεν διδάχτηκαν από την μεγάλη περιπέτεια, που πέρασε η χώρα και συνεχίζουν να εξαντλούν τις πολιτικές τους προτάσεις στην εύκολη παροχολογία. Όλους αυτούς, που δεν τολμούν να πουν την αλήθεια στην ελληνική κοινωνία, αφού το να γίνουν δυσάρεστοι δεν εξυπηρετεί τις πολιτικές τους φιλοδοξίες, να αποκτήσουν κυβερνητικά πόστα. Αυτή είναι η νέα εκδοχή του «λεφτά υπάρχουν», πολιτική που σήμερα συνεχίζει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και η οποία έχει πολύ συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα. Τις ανέλεγκτες παροχές που οδηγούν μαθηματικά σε ελλείμματα, σε δημοσιονομικές ανισορροπίες και εν τέλει σε νέα μνημόνια και ακόμη μεγαλύτερη εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Τα έξι χρόνια της κρίσης η ελληνική κοινωνία μάτωσε για να σε μια καλύτερη μέρα, σε ένα πιο αισιόδοξο αύριο. Έχουμε την υποχρέωση, ως πολιτικό σύστημα αυτού του τόπου, να αποδείξουμε σε αυτούς τους ανθρώπους, στην μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, σε εκείνη την σιωπηρή πλειοψηφία, που εξακολουθεί να είναι τυπική στις υποχρεώσεις της, που δίνει από το υστέρημά της και υπομένει την αδικία ελπίζοντας ότι όλο αυτό κάπου βγάζει, πως σεβόμαστε τις θυσίες τους και την υπομονή τους.
Είναι, άρα, ζήτημα των δικών μας κυβερνητικών πρωτοβουλιών η επαναφορά στην ανάπτυξη, που όμως δεν μπορεί να μην συμβαδίζει με την αποκατάσταση όσων μάτωσαν στα χρόνια της κρίσης και η οποία δεν μπορεί να υπάρξει σε ένα περιβάλλον πολιτικής αστάθειας. Αποτελεί, επομένως, υποχρέωση της κυβέρνησης να εξαντλήσει όλες τις πολιτικές και συνταγματικές επιλογές για να εξασφαλίσει την αναγκαία πολιτική ομαλότητα, που έχει ανάγκη η Πατρίδα. Και μια από αυτές τις επιλογές την παρούσα στιγμή είναι και η επιβεβαίωση της ψήφου εμπιστοσύνης της Βουλής. Όλα τα υπόλοιπα θα κριθούν στην ώρα τους. Και τότε όλοι θα βρεθούν ενώπιων των ευθυνών τους.