Σε μια άνιση αν όχι προκαθορισμένη μάχη απέναντι στις Ευρωπαϊκές νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, η κυβέρνηση της πρώτης φοράς αριστερά ηττήθηκε το περασμένο καλοκαίρι, αμέσως μετά το δημοψήφισμα υπογράφοντας ένα νέο επαχθές μνημόνιο. Η συνθηκολόγηση της με τους δανειστές και η υπόκλιση στις απαιτήσεις της πολιτικής της αστικής τάξης της χώρας που απαιτούσε συνέχιση της πιστής εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής και ακόμη παραπέρα εντατικοποίησή της, έθεσαν τέρμα στις προσδοκίες για την αντιστροφή της πορείας των πραγμάτων και εκμηδένισαν τις ελπίδες για ολική ανατροπή των πολιτικών λιτότητας. Η ενσωμάτωση δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ στο μνημονιακό καθεστώς, αλλοιώνοντας καθολικά την δομή του ως αριστερό κίνημα προερχόμενο από την ίδια την κοινωνία, απογοήτευσε όλους εκείνους που αγωνίστηκαν εναντίον των μνημονίων, των ιδιωτικοποιήσεων, των περικοπών, της φτωχοποίησης κλπ, όλα εκείνα δηλαδή που εφαρμόζονται σήμερα από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η μετάλλαξη όπως ονομάστηκε κατά κόρον του ΣΥΡΙΖΑ και των στελεχών του που παρέμειναν, είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει βίαια το πολιτικό αφήγημα για μια αριστερή κυβέρνηση που θα ανέτρεπε τις νεοφιλελεύθερες μνημονιακές πολιτικές και θα κυβερνούσε με κοινωνικό πρόσημο και ως φορέας υλοποίησης μέτρων ανακούφισης των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων. Ωστόσο, τόσο η ιστορική αντίφαση που δημιουργήθηκε με την συγκυβέρνηση της αριστεράς με την εθνικολαϊκίστική δεξιά των ΑΝΕΛ όσο και με την επιλογή Π.Παυλόπουλου για την προεδρία της δημοκρατίας, αποτελούν μια πρωτοτυπία που δυστυχώς αφήνει αναπάντητα ερωτήματα που πιθανόν υποκρύπτουν μεθόδευση για κατάληψη και διατήρηση στην εξουσία με κάθε τρόπο.
Σ’ αυτό λοιπόν το δυσοίωνο περιβάλλον που έχει ήδη διαμορφωθεί για την αριστερά και πολύ περισσότερο για την Ελληνική κοινωνία, η ΝΔ παρουσιάζεται ως η πιθανότερη επόμενη επιλογή για τη διακυβέρνηση της χώρας δεδομένου και των πρόσφατων δημοσκοπήσεων. Ο αρχηγός της Κ.Μητσοτάκης, με προϋπηρεσία ως υπουργός που υπηρέτησε το Ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο δογματικά και αφοσιωμένος πλήρως στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα που εφαρμόζεται, απαιτεί με επιμονή πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Η απώλεια της εξουσίας μάλλον τους έχει στοιχίσει πολύ, αφού κάποια ρεαλιστική και ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση, πέραν της πιστής εφαρμογής των μνημονίων, επί της ουσίας δεν έχει διατυπωθεί από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επομένως η επαναφορά στην εξουσία της ΝΔ δεν έχει να προσφέρει απολύτως τίποτα περισσότερο από την σημερινή κυβέρνηση, με δεδομένο ότι θα ακολουθήσει τις ίδιες πολιτικές και πιθανόν αυστηρότερες, που υπαγορεύονται από τους δανειστές. Βέβαια, οι εξαγγελίες στη ΔΕΘ για αόριστες μεταρρυθμίσεις, περικοπή δαπανών κτλ. και πολύ περισσότερο βέβαια η υπόσχεση για μείωση κατά 30% του ΕΝΦΙΑ δεν θα έπρεπε να πείθει λογικά κανένα τμήμα της κοινωνίας, παρά μόνον την αστική τάξη και τους υπερθεματιστές που θα τους επιστρέψει τα χρήματα που θα καταβάλλουν για τις τηλεοπτικές άδειες.
Η σημερινή κυβέρνηση ωστόσο, αρνείται να παραδεχτεί ότι το πολιτικό της σχέδιο για ανατροπή των μνημονίων απέτυχε καθολικά, με αποτέλεσμα να προσπαθεί να παρουσιάσει την πολιτική που αναγκάζεται από τους δανειστές να υλοποιήσει, ως μονόδρομο για τη σωτηρία της χώρας. Η αόριστη υπόσχεση επίσης για μια επικείμενη σταθεροποίηση της οικονομίας και κανονικότητα, ταυτίζεται απόλυτα με τις εξαγγελίες των προηγούμενων κυβερνήσεων που ακολούθησαν τις ίδιες αποτυχημένες πολιτικές συνταγές των Τροϊκανών και τελικά κατέρρευσαν. Το υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων στο οποίο εκχωρείται και υποθηκεύεται η περιουσία της χώρας για 99 χρόνια μαζί με ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ επικυρώνει την απόλυτη επιτροπεία της χώρας από τους δανειστές μετατρέποντας τη χώρα σε αποικία. Η πολιτική υποκρισία όμως της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αφενός ίδρυσε το ΤΑΙΠΕΔ και απαιτεί την ιδιωτικοποίηση των πάντων και αφετέρου επικρίνει το κυβερνητικό έργο γιατί μάλλον δεν πρόλαβαν εκείνοι να ολοκληρώσουν το ξεπούλημα αποτελεί τον απόλυτο παραλογισμό. Εξάλλου στην ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού υπήρξε απόλυτη ταύτιση αποδεικνύοντας ότι οι ουσιαστικές διαφορές είναι δυσδιάκριτές σε κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την υλοποίηση των μνημονιακών απαιτήσεων. Ακόμα και εάν όμως το σημερινό υποβαθμισμένο πολιτικό σύστημα έχει αποδεχτεί και συμβιβαστεί πλήρως με την ιδέα ποιος θα είναι ο καλύτερος διαχειριστής της σύγχρονης υποδούλωσής της χώρας μας, το μόνον που απομένει στην ίδια την κοινωνία είναι να βρει τους τρόπους και τις διεξόδους ώστε να υπερασπίσει βασικά κυριαρχικά και συνταγματικά της δικαιώματα, που εν’ τέλει αφορούν τους όρους επιβίωσής της και ύπαρξης της χώρας.
Του Ξυλομένου Κωνσταντίνου Διπλ. Πολιτικού Μηχανικού Α.Π.Θ., MSc – Δημοτικού Συμβούλου Καρδίτσας