Έχουμε συνηθίσει να λέμε ότι η κατάσταση στη χώρα μας είναι από δύσκολη έως οριακή και δεν πάει άλλο. Έχουμε υπεραναλύσει το τι μας έφερε σε αυτή τη κατάσταση.
Εκείνο που δεν έχουμε μπορέσει να κάνουμε όλα αυτά τα χρόνια είναι πρώτο, να δούμε πέρα από τη μύτη μας (να αναζητήσουμε δηλαδή μια μακροπρόθεσμη λύση), δεύτερο να κοιτάξουμε τι γίνεται γύρω μας (ποια είναι η πραγματική κατάσταση που επικρατεί σε ολόκληρη την Ευρώπη) και τρίτο -και κυριότερο- να απαιτήσουμε ως πολίτες από τους πολιτικούς μας μια συνολική συνεννόηση και αντί για υποσχέσεις με ακραίες δόσεις λαϊκισμού, να εισπράξουμε επιτέλους ένα ρεαλιστικό σχέδιο για την επόμενη μέρα.
Η ευθύνη για αυτό που λέμε ‘κρίση’ δεν είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής, μόνο. πολιτικής σκηνής αλλά μια συλλογική πραγματικότητα που φέρνει την Ευρώπη ολόκληρη αντιμέτωπη με τα αδιέξοδά της. Και πως να μην είναι έτσι όταν έχουμε λησμονήσει συνολικά και συλλογικά όλα εκείνα που μέχρι πρότινος μας έκαναν υπερήφανους ως Ευρωπαίους.
Εγκλωβιζόμαστε τα τελευταία χρόνια σε ψευδή αδιέξοδα, προβαίνουμε σε τέτοιες πολιτικές επιλογές που από μόνες τους εκφράζουν ανασφάλεια, έλλειψη εμπιστοσύνης και εσωστρέφεια.
Επιλογές, που νομοτελειακά θα επιβεβαιώσουν τους χειρότερους φόβους μας στο μέλλον εάν συνεχίσουμε έτσι.
Η ανυπαρξία ενός συλλογικού ευρωπαϊκού ρεαλιστικού οράματος πολιτικής έχει δημιουργήσει ένα κενό το οποίο έχει οδηγήσει τους πολίτες όλων των χωρών να αισθάνονται ότι πρέπει να κινηθούν σε λογικές κοντόφθαλμης αντίδρασης, εκδίκησης τιμωρίας ως νομιμοποιημένες πολιτικές επιλογές.
Γι’ αυτό δυστυχώς έχουμε αποτελέσματα, όπως αυτό, των τελευταίων εκλογών της Αυστρίας.
Η πολυδιάσπαση και η προσπάθεια συγκάλυψης των βασικών χαρακτηριστικών της ταυτότητας κάθε λαού (γλώσσα, θρησκεία, εθνική ταυτότητα και πολιτισμική κληρονομιά) έχει παραφθαρεί και από πλούτος της Ευρώπης, γίνεται, μέρα με τη μέρα, αντικείμενο αντεκδίκησης και επιβολής ανωτερότητας του ενός πάνω στο άλλον.
Έχει γίνει όχημα διαίρεσης και αφορμής διαχωρισμού και σύγκρουσης με το ‘άλλο’, το διαφορετικό.
Για παράδειγμα, η διαφορετικότητα των θρησκευτικών δοξασιών που συνυπήρχαν στην Ευρώπη έχουν γίνει και πάλι πεδίο εν δυνάμει σύγκρουσης -όπως στο Μεσαίωνα- από πεδίο δημιουργικής ανεκτικότητας και αρμονικής συνύπαρξης.
Για να έχουμε ελπίδα και αύριο ως χώρα και ως Ευρώπη, πρέπει όλοι μαζί, πολιτικοί και πολίτες, να πάμε σε μια εκ νέου συνεννόηση από μηδενική βάση και να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο της αυτό-εξαπάτησης.
Αντί, λοιπόν να περιμένουμε τις αποφάσεις του Εurogroup με τις κάθε λογής λογιστικές ανησυχίες πρέπει να οργανωθεί μια Σύνοδος κορυφής από όλους τους Ευρωπαίους ηγέτες για το μοντέλο πολιτικής που θα ακολουθήσει η Ευρώπη από ‘δω και πέρα.
Θα πρέπει όλες οι χώρες να ανακτήσουν τη χαμένη εθνική τους οντότητα : κράτος, θεσμοί, πολιτικοί και πολίτες, κόμματα και κάθε λογής εξουσία, να συναινέσουν στο μείζον και όχι στο έλασσον.
Εάν θέλουμε ως Έλληνες να μας σεβαστούν, οφείλουμε να αντιδράσουμε σαν ενιαία οντότητα.
Και για να γίνει αυτό πρέπει να καταφέρουμε να διατυπώσουμε μια ενιαία πρόταση η οποία θα περνά μέσα από την απόλυτη αρχή που οφείλει να μας χαρακτηρίζει: ότι το ατομικό συμφέρον περνά μέσα από το συλλογικό (κοινώς δημοκρατία).
Επιτέλους, πρέπει να επιλέξουμε κοινά αποδεκτούς κανόνες στο παιχνίδι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πρέπει να σταματήσει η υποκρισία και η πολυγλωσσία της δήθεν Ενωμένης Ευρώπης.
Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη με πραγματικά κοινή οικονομική πολιτική, κοινή πολιτική ασφάλειας, και σεβασμό στον πολιτισμό και τη διαφορετικότητα των θρησκειών.
Είναι γεγονός ότι η Ευρώπη σήμερα, ούτε ενωμένη είναι, ούτε δημοκρατική, ούτε αλληλέγγυα και λειτουργεί με διάθεση εκχώρησης της εθνικής κυριαρχίας, της κάθε μικρής χώρας.
Θεωρώ λοιπόν, ότι τώρα είναι η στιγμή, σε μια συγκυρία που η ένωση αμφισβητείται, να μπορέσουμε να επανακαθορίσουμε τι μπορεί να σημαίνει ένωση και να αρθρώσουμε το όραμα της επόμενης μέρας πάνω σε κοινά συμφωνημένες δομές και πολιτικές που θα απαντούν και θα αφορούν ρεαλιστικές προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών.
Εάν αυτές οι διαδικασίες γίνουν πράξη και τρόπος αντίδρασης στη παρούσα κατάσταση από όλους τους πολιτικούς και τους πολίτες σε όλες τις χώρες της Ευρώπης τότε θα μπορούμε να μιλάμε για ένα κοινό μέλλον.
Εάν δεν γίνουν, θα μεταμορφωθούμε σε μια Ευρώπη-έρμαιο των άκρων, της ακροδεξιάς και της ακροαριστεράς και αυτό θα αποτελέσει την ασφαλέστερη οδό να κάνουμε τις φοβικότητες, πολιτικές και να μετακυλήσουμε σε ένα φαύλο κύκλο έωλων εκδικήσεων και αντεκδικήσεων που θα σημάνουν και το τέλος της όποιας Ενωμένης Ευρώπης έχει απομείνει.
Ας σκεφτούμε και ας επιλέξουμε.
Ο κ. Κώστας Πάσχος είναι καθηγητής
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=796307