Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.), επισημαίνοντας και αναγνωρίζοντας το πρόβλημα της υποβάθμισης και καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος, καθιέρωσε την 5η Ιουνίου ως Παγκόσμια Ημέρα για το Φυσικό Περιβάλλον. Η πρωτοφανής αυτή επίθεση που ασκείται στο περιβάλλον και στους ανανεώσιμους και μη φυσικούς πόρους, είναι χαρακτηριστικό πλέον γνώρισμα του ανθρώπινου πολιτισμού του 20ου και 21ου αιώνα. Στις μέρες μας μάλιστα το εν λόγω ζήτημα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σημασία, λόγω του παγκόσμιου προβλήματος της ρύπανσης και μόλυνσης του περιβάλλοντος, που συμβαίνει είτε με συστηματικό(κακές πολιτικές επιλογές) και εις γνώση μας τρόπο είτε ως συνέπεια ατυχημάτων με τοπικές αλλά και παγκόσμιες επιπτώσεις για το Φυσικό Περιβάλλον. Από την πρωτόγονη εποχή ως σήμερα, ο άνθρωπος έχει επιφέρει μεγάλες ή μικρές αλλοιώσεις και καταστροφές στο φυσικό χώρο που τον περιβάλλει, όπως π.χ. πυρκαγιές, όξινη βροχή, εξάντληση του εδάφους από τη μονοκαλλιέργεια ή την υπερβόσκηση, μείωση ή υποβάθμιση του ωφέλιμου εδάφους αλλά και του υπεδάφους εξαιτίας των εκχερσώσεων και των εκτεταμένων εκμεταλλεύσεων αντίστοιχα, καταστροφή του υδάτινου πλούτου και των ποταμών κ.α..
Το πρόβλημα της προστασίας του περιβάλλοντος αποκτά σήμερα μια νέα διάσταση. Η εκβιομηχάνιση έχει επεκταθεί σημαντικά σε όλες τις ηπείρους του πλανήτη και έχει γίνει παγκόσμιο φαινόμενο, αφού άλλωστε μιλάμε για μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η επιστήμη και η τεχνολογία εξελίσσεται ταχύτατα, έτσι ώστε τα επόμενα χρόνια οι ειδικοί προβλέπουν ότι θα πραγματοποιηθούν βαθύτατες αλλαγές στις συνθήκες ζωής του ανθρώπου. Ταυτόχρονα όμως λόγω αυτής της δραστηριότητας η περιεκτικότητα σε CO2 στην ατμόσφαιρα έχει αυξηθεί κατά τα τελευταία 200 έτη περισσότερο απ’ ότι είχε αυξηθεί τα προηγούμενα 20.000 χρόνια επιτείνοντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μεγάλες καταστροφές έχει όμως υποστεί και ο δασικός πλούτος της χώρας μας. Πριν από 100 χρόνια τα δάση κάλυπταν το 50% της επιφάνειας της, σήμερα καλύπτουν μόνο το 12%. Πυρκαγιές, εκχερσώσεις, ανεξέλεγκτη βόσκηση, διάβρωση, νόμοι και δασική πολιτική ήταν οι βασικοί παράγοντες.
Σε ότι αφορά τη γεωργική γη, είναι ορατοί πλέον οι κίνδυνοι παγκοσμίως από την αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων και άλλων τοξικών ουσιών τόσο στο έδαφος όσο και στο ευρύτερο περιβάλλον, στην πανίδα, στις θάλασσες, στις λίμνες και στα ποτάμια. Αν και για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι κάποια μέτρα άρχισαν να λαμβάνονται ιδίως σε επίπεδο Ε.Ε. και εφαρμόζονται με την βοήθεια των Γεωτεχνικών για να αποτραπούν επικίνδυνες καταστάσεις, δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε το ίδιο και για τον χείριστο εχθρό της Ελληνικής γεωργικής γης, που δεν είναι άλλος από την αλόγιστη αλλαγή της χρήσης αυτής. Για αυτό χρειάζεται επιτέλους να προσεγγίσουμε σοβαρά και με προτεραιότητα, το θέμα της πολιτικής χρήσεων εδαφών, του χωροταξικού σχεδιασμού, του Δασολογίου, των Δασικών χαρτών και του Εθνικού κτηματολογίου. Έχουμε χρέος στη νέα γενιά της Ελλάδας να αφήσουμε γόνιμη και εύφορη γη για να την αξιοποιήσει στο διηνεκές, τώρα μάλιστα σε μια περίοδο κρίσης που ο πρωτογενής τομέας συμβάλει ενεργά στην έξοδο μας από την κρίση. Μια σειρά από νέους παράγοντες, έχουν διαμορφώσει μια εντελώς καινούργια κατάσταση, που εγκυμονεί κινδύνους για το μέλλον του τόπου και απαιτεί τη λήψη επειγόντων και ριζικών μέτρων. Νέοι κλάδοι παραγωγής αναπτύσσονται στο βιομηχανικό τομέα, μεταλλουργία – χημικές βιομηχανίες – διυλιστήρια κ.λ.π., οι οποίοι είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικοί για το περιβάλλον. Τον τελευταίο καιρό μάλιστα παρουσιάζονται και νέοι κίνδυνοι για το περιβάλλον της χώρας μας που αφορούν την εξόρυξη χρυσού την διαχείριση των αποριμμάτων κ.α. Η βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας μας έγινε ανισομερώς. Ο πληθυσμός της Αττικής έχει ξεπεράσει τα 5 εκατ. κατοίκους. Σ’ αυτή την τεράστια πληθυσμιακή συσσώρευση στην πρωτεύουσα αλλά και στην Θεσσαλονίκη και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, πρέπει να προστεθεί η πολεοδομική συγκέντρωση και η πυκνότητα συγκοινωνιών, η οποία δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα που αφορούν τις συνθήκες διαβίωσης, την επάρκεια χώρων πρασίνου για τους κατοίκους, την καθαρότητα της ατμόσφαιρας, την ρύπανση των θαλασσών κ.λ.π. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για να καλύψει ο σημερινός άνθρωπος τις βιοτικές του ανάγκες, χρειάζεται 70 φορές περισσότερη ενέργεια απ’ τον πρόγονό του των προϊστορικών χρόνων. Γεγονός που δημιουργεί επιτακτική την ανάγκη για την ορθολογική αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως είναι η ηλιακή,η αιολική και η γεωθερμική.
Κι όμως. Αν ήξερε ο σύγχρονος άνθρωπος τις πολύτιμες υπηρεσίες που αφιλοκερδώς και απρόσκοπτα μας παρέχει το περιβάλλον, τότε είναι βέβαιο ότι θα αναθεωρούσε πολλές από τις απόψεις του για τον τρόπο χρήσης του. Το περιβάλλον δεν είναι ξεκομμένο από τον άνθρωπο, την πρακτική του δράση, τις κοινωνικές και οικονομικές του σχέσεις. Υπάρχουν οργανικοί δεσμοί ανάμεσα στον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει έξω από αυτό που αποτελεί τη φυσική του προέκταση. Ταυτόχρονα ο άνθρωπος δεν μπορεί να μεταχειρίζεται τη φύση, μ’ οποιοδήποτε τρόπο και προπαντός δεν μπορεί να τη βλέπει εχθρικά σαν ένα μέσο που πρέπει να κατακτήσει, να υποτάξει και να κυριαρχήσει πάνω της. Σήμερα τίθεται κυρίαρχο οικουμενικό θέμα η προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό δεν σημαίνει ότι σταματάμε ή περιορίζουμε την επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη. Επιστροφή προς τα πίσω δεν επιδιώκεται και είναι αδύνατη. Η κατάργηση των κάθε λογής αντιφάσεων στην παραγωγική διαδικασία, η δυνατότητα να σχεδιάζεται η παραγωγή σε Εθνική και υπερεθνική κλίμακα καθώς και ανάλογοι κοινωνικοί και οικονομικοί όροι, είναι όλες εκείνες οι απαραίτητες προϋποθέσεις για μια ανεμπόδιστη ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας χάρη στην οποία θα είναι δυνατό να λυθούν όλα τα μεγάλα και τα πολυσύνθετα προβλήματα της προστασίας του περιβάλλοντος και της ζωής του ανθρώπου. H ΟΙΚΟΣΦΑΙΡΑ θα εξακολουθεί να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη σημαντικότητα όλων των θεμάτων που αφορούν το περιβάλλον και να επιδιώκει να διεγείρει τις περιβαλλοντικές ανησυχίες όλων των πολιτών. Έχει καθήκον να συμβάλλει στην προσπάθεια της προστασίας και βελτίωσης του φυσικού μας περιβάλλοντος, για μια αειφόρο ανάπτυξη με σεβασμό προς το περιβάλλον που είναι απαραίτητο τόσο σε εμάς, όσο και στις επόμενες γενιές.