Ἐπανερχόμενοι, ὅπως ὑποσχεθήκαμε, στὴν αἵρεση τοῦ Γνωστικισμοῦ, θὰ ἀναφερθοῦμε σήμερα ἐν συντομίᾳ στὴν βασική του διδασκαλία περὶ κακοῦ θεοῦ καὶ κακοῦ κόσμου, ἀφήνοντας στὴν συνέχεια τὸν σύγχρονό μας ἅγιο Πορφύριο νὰ διασκεδάσει ἁγιοπνευματικῶς τὴν θέση αὐτὴ μὲ τὸν δικό του ξεχωριστό, ἁπλοϊκό, ἀλλὰ τόσο ἄμεσο καὶ γλαφυρὸ τρόπο.
Ὁ Γνωστικισμός, θὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε, εἶναι ἕνα πολὺ ἀρχαῖο καὶ παγκόσμιο φιλοσοφικοθρησκευτικὸ σύστημα, ποὺ φθάνει μέχρι τὶς ἡμέρες μας. Ὀνομάζεται Γνωστικισμὸς καὶ οἱ ὀπαδοί του Γνωστικοί, διότι ἐπιδιώκουν τὴν ἀπολύτρωση μέσῳ τῆς γνώσεως. Γιὰ τὸν Γνωστικισμὸ ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι ἀπὸ τὴν φύση του κακός. Δημιουργὸς αὐτοῦ τοῦ (κακοῦ) κόσμου εἶναι ἕνας κατώτερος, κακὸς θεός. Συνεπῶς, ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ λυτρωθεῖ, θὰ πρέπει νὰ παλέψει ἐναντίον τοῦ κακοῦ θεοῦ καὶ νὰ ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς κακῆς ὕλης. Αὐτὸ θὰ γίνει μέσῳ τῆς γνώσεως.
Καταλαβαίνει εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ὁ ἀγαπητὸς ἀναγνώστης ὅτι ἡ ἀντίληψη αὐτὴ εἶναι παντελῶς ἀπάδουσα πρὸς τὸ πνεῦμα καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ κόσμος γιὰ μᾶς εἶναι δημιούργημα τοῦ ἑνὸς ἁγίου τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι ἀπὸ τὴν φύση του καλός. Τίποτε κακὸ δὲν ὑπάρχει ἀφ’ ἑαυτοῦ μέσα στὴν κτίση. Αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε ἐμεῖς κακὸ εἰσῆλθε στὸν κόσμο ἐξ αἰτίας τῆς ἀνταρσίας τῶν λογικῶν ὄντων ἐνάντια στὸν δημιουργὸ Θεό. Ἡ πηγὴ δηλαδὴ τοῦ κακοῦ θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ στὴν ἐλεύθερη βούληση τῶν πνευματικῶν ὑπάρξεων καὶ ὄχι στὴν ὕπαρξη κάποιου κακοῦ δημιουργοῦ θεοῦ, ἀφοῦ πουθενὰ στὴν κλίμακα τῶν ὄντων τὸ κακὸ δὲν ἐντοπίζεται ὡς ἰδιαίτερη ὕπαρξη, ὡς οὐσία ἢ φύσις, ἀλλὰ ὡς ἡ κατάστασις μιᾶς φύσεως. Τὸ κακὸ δὲν εἶναι πρᾶγμα, δὲν ἔχει ὑπόσταση, εἶναι «παρυπόστασις», ὅπως λέγει καὶ ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης. Κανεὶς κακὸς θεὸς συνεπῶς δὲν δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ κανεὶς ἄλλος πέραν τοῦ ἀληθινοῦ τριαδικοῦ μας Θεοῦ δὲν ὑπάρχει. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐναντίον καμμιᾶς κακῆς ὕλης δὲν ἔχει νὰ παλέψει ὁ ἄνθρωπος, παρὰ μόνον ἐναντίον τοῦ κακοῦ του ἑαυτοῦ· «ὅτι πᾶν κτίσμα Θεοῦ καλόν, καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον μετὰ εὐχαριστίας λαμβανόμενον· ἁγιάζεται γὰρ διὰ λόγου Θεοῦ καὶ ἐντεύξεως» (Α΄ Τιμ. δ΄ 4-5). Ὅλα εἶναι ἅγια, ὅταν τὰ δεχόμεθα μετ’ εὐχαριστίας καὶ εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν δωροδότη Θεόν.
Ὁ γέροντας Πορφύριος, ποὺ προσφάτως ἀνακηρύχθηκε ἅγιος, μιλοῦσε γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τῆς κτίσεως. «Νὰ χαίρεσθε», ἔλεγε, «ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς περιβάλλουν. Ὅλα γύρω μας εἶναι σταλαγματιὲς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὰ ἔμψυχα καὶ τὰ ἄψυχα καὶ τὰ φυτὰ καὶ τὰ ζῶα καὶ τὰ πουλιὰ καὶ τὰ βουνὰ καὶ ἡ θάλασσα καὶ τὸ ἡλιοβασίλεμα καὶ ὁ ἔναστρος οὐρανός. Εἶναι οἱ μικρὲς ἀγάπες, μέσα ἀπ’ τὶς ὁποῖες φθάνουμε στὴν μεγάλη ἀγάπη, τὸν Χριστό. Τὰ λουλούδια, γιὰ παράδειγμα, ἔχουν τὴν χάρη τους, μᾶς διδάσκουν μὲ τὸ ἄρωμά τους, μὲ τὸ μεγαλεῖο τους. Μᾶς μιλοῦν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Σκορποῦν τὸ ἄρωμα τους, τὴν ὀμορφιά τους σὲ ἁμαρτωλοὺς καὶ δικαίους. Νὰ ἐκμεταλλεύεσθε τὶς ὡραῖες στιγμές. Οἱ ὡραῖες στιγμὲς προδιαθέτουν τὴν ψυχὴ σὲ προσευχή, τὴν καθιστοῦν λεπτή, εὐγενική, ποιητική. Ξυπνῆστε τὸ πρωΐ, νὰ δεῖτε τὸν βασιλιᾶ ἥλιο νὰ βγαίνει ὁλοπόρφυρος ἀπ’ τὸ πέλαγος. Ὅταν σᾶς ἐνθουσιάζει ἕνα ὡραῖο τοπίο, ἕνα ἐκκλησάκι, κάτι ὡραῖο, νὰ μὴ μένετε ἐκεῖ, νὰ πηγαίνετε πέραν αὐτοῦ, νὰ προχωρεῖτε σὲ δοξολογία γιὰ ὅλα τὰ ὡραῖα, γιὰ νὰ ζεῖτε τὸν μόνον Ὡραῖον. Ὅλα εἶναι ἅγια, καὶ ἡ θάλασσα καὶ τὸ μπάνιο καὶ τὸ φαγητό. Ὅλα νὰ τὰ χαίρεσθε. Ὅλα μᾶς πλουτίζουν, ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στὴν μεγάλη Ἀγάπη, ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στὸν Χριστό. Νὰ ζεῖτε μέσα σὲ ὅλα, στὴν φύση, στὰ πάντα. Ἡ φύση εἶναι τὸ μυστικὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν, ὅμως, δὲν ἔχει κανεὶς ἐσωτερικὴ χάρη, δὲν τὸν ὠφελεῖ ἡ φύση. Ἡ φύση μᾶς ξυπνάει, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς πάει στὸν Παράδεισο».
Ἂς ἀκολουθοῦμε, ἀδελφοί, τὶς διδαχὲς τῶν ἁγίων μας καὶ ὄχι ἐκεῖνες τῶν πάσης φύσεως αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ τὰ φληναφήματα καὶ τὶς κακοδοξίες τους βλασφημοῦν τὴν ἱερότητα τῆς κτίσεως καὶ τῆς ζωῆς. (Θὰ συνεχίσουμε τὴν ἐρχομένη ἑβδομάδα, πρῶτα ὁ Θεός!).
Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων
τῆς Ἱ. Μητροπόλεως