Ειδήσεις

Επερώτηση της Λαϊκής Συσπείρωσης για την πυροπροστασία στη Θεσσαλία


Οι περιφερειακοί σύμβουλοι της Λαϊκής Συσπείρωσης, καταθέτουμε την παρούσα επερώτηση προς την περιφερειακή αρχή Θεσσαλίας, για το ζήτημα της πυροπροστασίας στη Θεσσαλία, θεωρώντας ότι είναι σημαντικό και επίκαιρο, να ενημερωθεί το περιφερειακό συμβούλιο ποια είναι η κατάσταση, τι έχει κάνει έως τώρα η Περιφερειακή Αρχή και τι θα κάνει μέχρι τέλος της αντιπυρικής περιόδου.

Με ανησυχία βλέπουμε ότι και η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ, όπως και η προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ και όλες οι προηγούμενες, συνεχίζει την ίδια καταστροφική πολιτική και στον τομέα της πυροπροστασίας, παρ’ ότι έχουν προηγηθεί οι μεγάλες πυρκαγιές στο Μάτι, στην Κινέττα και αλλού, που κόστισαν την ζωή πάνω από 100 συνανθρώπων μας και την καταστροφή εκατοντάδων σπιτιών, οχημάτων, χιλιάδων στρεμμάτων δασικών και άλλων εκτάσεων.

Αντι να ενισχύσει χρηματοδοτικά, με μόνιμο προσωπικό, μέσα και οργάνωση το Πυροσβεστικό Σώμα, την Δασική υπηρεσία, τις περιφέρειες και τους δήμους για την αντιπυρική προστασία και την προστασία του δασικού οικοσυστήματος με ευθύνη του κράτους, με την ψήφιση του νόμου 4662/20, κινείται στην κατεύθυνση της εμπορευματοποίησης των δομών της πυροπροστασίας και της Πολιτικής Προστασίας σε επίπεδο έρευνας, εκπαίδευσης, χρηματοδότησης και οργάνωσης.  Μεταφέρει σταδιακά αρμοδιότητες πυροπροστασίας που πρέπει να ανήκουν στο κεντρικό κράτος, σε επιχειρηματικούς ομίλους, Δήμους, Περιφέρειες, εθελοντές και ΜΚΟ στη βάση της ανταποδοτικότητας. Συρρικνώνει τις κρατικές δομές πυροπροστασίας και την κρατική χρηματοδότηση. Εμπλέκει την Πολιτική Προστασία ακόμα και στα βρώμικα σχέδια του ΝΑΤΟ και των ευρωπαϊκών κατασταλτικών μηχανισμών για το χτύπημα των λαικών αγώνων.

Μετατοπίζει και αυτή, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, στο λαό, δικές τους ευθύνες για την προστασία των δασών και γενικότερα για την πυροπροστασία, την ώρα που υλοποιούν διαχρονικά την στρατηγική της Ε.Ε, παραδίδοντας δασικά οικοσυστήματα στην καταστροφική δράση του κεφαλαίου, υποβαθμίζοντας την ικανότητα των αρμοδίων υπηρεσιών (Πυροσβεστική, Δασική), παραδίδοντας σε ιδιώτες ολόκληρες περιοχές με διαδικασίες “fast- track”, αλλάζοντας τις χρήσεις γης σε βάρος του δημόσιου χαρακτήρα, του δασικού πλούτου.

Η δασική υπηρεσία στη Θεσσαλία, όσο και πανελλαδικά, εξακολουθεί να είναι υποστελεχωμένη. Η πολιτική και τα μέτρα πρόληψης πυρκαγιών στα δάση, έχει υποβαθμισθεί. Η φύλαξη, η διάνοιξη δρόμων, ο καθαρισμός, ο εξοπλισμός και οι αναγκαίες υποδομές είναι προβληματικά, με αποτέλεσμα να χάνουν ακόμα και τη ζωή τους αρκετοί πυροσβέστες.

Οι πιστώσεις για το Πυροσβεστικό Σώμα, την τελευταία δεκαετία, είναι πετσοκομμένες πάνω από 120 εκ. €. Στον προυπολογισμό του Π.Σ για το 2020, προβλέπονται μόλις 272.000 € παραπάνω από πέρυσι, για όλες τις λειτουργικές του ανάγκες. Οι δαπάνες για τη συντήρηση, επισκευή και καύσιμα των οχημάτων του Π.Σ. είναι μειωμένες κατά 1,8 εκ. € από πέρσι, όμως οι δαπάνες για μίσθωση ιδιωτικών εναέριων μέσων, αυξημένες κατά 5,8 € ευρώ!

Το 50% περίπου των πυροσβεστικών οχημάτων είναι πέραν της 15ετίας και αρκετά από αυτά με πολλά προβλήματα. Σοβαρές είναι οι ελλείψεις σε αεροπλάνα που αρκετά απ’ αυτά που υπάρχουν, παρουσιάζουν βλάβες με το που απογειώνονται. Στην Θεσσαλία δεν υπάρχουν πυροσβεστικά αεροσκάφη.

Οι ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές στο Π.Σ. είναι μεγάλες, ιδιαίτερα μετά την μετακίνηση πριν λίγα χρόνια, εκατοντάδων πυροσβεστών απο τους Π.Σ και τα κλιμάκια που υπηρετούσαν, στους Π.Σ και κλιμάκια στα 14 ιδιωτικοποιημένα περιφερειακά αεροδρόμια και τους ιδιωτικοποιημένους εθνικούς δρόμους, για να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων (ΦΡΑΠΟΡΤ, Αυτοκινητόδρομος Αιγαίου, κλπ). Τέτοιες μετακινήσεις είχαμε και στη Θεσσαλία, με την δημιουργία του Π.Κ εθνικών οδών (στον Πυργετό) που στελεχώθηκε από υπαλλήλους υπηρεσιών της Π.Ε Λάρισας, του σταθμού της ΒΙ.ΠΕ Λάρισας και της Π.Υ Ελασσόνας. Το ίδιο στη Δρυμώνα- Αλμυρού και το Αεροδρόμιο της Σκιάθου.

Τα πραγματικά κενά πανελλαδικά ανέρχονται σε 4.000 περίπου, έτσι αναγκάζονται πολλοί πυροσβέστες να δουλεύουν για 48 και 72 ώρες ασταμάτητα σε κατασβέσεις μεγάλων πυρκαγιών. Οι εργαζόμενοι του Π.Σ, μόνιμοι και συμβασιούχοι, εργάζονται με πολλές ελλείψεις σε ατομικό εξοπλισμό και μέτρα Υγείας και Ασφάλειας, ενώ με το νόμο 4662/20, ουσιαστικά καταργείται το αμετάθετό τους, στήνεται μηχανισμός σταδιακής «αποσυμφόρησης» του «πλεονάζοντος» προσωπικού μέσω αξιολογήσεων και προχωρά η στρατιωτικοποίηση του Π.Σ.  Αντι για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, δημιουργούνται εποχικά κλιμάκια, με προσωρινή πεντάμηνη ενίσχυση με 1.300 εποχικούς πυροσβέστες χωρίς καμία εμπειρία και εκπαίδευση, πάνω στην έναρξη της αντιπυρικής περιόδου!

Στην Π.Ε Λάρισας, λείπουν τουλάχιστον 20 άτομα με βάση το οργανόγραμμα από τον 1ο Π.Σ Λάρισας, που είναι ο μόνος σταθμός εντός μίας από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας και ένας από τους πρώτους σταθμούς σε διαχείριση συμβάντων, που παραμένει εδώ και δεκαετίες Β’ τάξης. Από τον 2ο Π.Σ Λάρισας (στην 110 Π.Μ), όπως και από τον 3ο Π.Σ που εδρεύει στη ΒΙΠΕ Λάρισας επίσης λείπει αρκετό προσωπικό. Επίσης την 8η ΕΜΑΚ που συστεγάζεται με τον 3ο Π.Σ, χρειάζονται τουλάχιστον τριπλάσια άτομα απ’ αυτά που υπηρετούν.  Σημαντικές είναι οι ελλείψεις την Ελασσόνα, στη μεγαλύτερη γεωγραφικά επαρχία της Ελλάδας με μεγάλο ορεινό όγκο του Ολύμπου, το ίδιο στα Φάρσαλα, στην Αγιά, το Π.Κ εθνικών οδών στον Πυργετό που πρέπει να φύγει από την υπηρεσία της «Αυτοκινητόδρομος Αιγαίου». Οι ελλείψεις είναι μεγάλες σε μέσα ατομικής προστασίας (φόρμες, στολές και μέσα αντιμετώπισης χημικών ατυχημάτων, ορειβατικός εξοπλισμός), στην υλικοτεχνική υποδομή, σε οχήματα, στη χρηματοδότηση για τη συντήρηση των κτιρίων και των οχημάτων. Από τα 29 υδροφόρα πυροσβεστικά οχήματα στην Π.Ε Λάρισας, τα 13 είναι αμιγώς οχήματα δασικών και αγροτικών πυρκαγιών, ενώ τα 7 είναι απαρχαιωμένα (25-30 ετών) και επικίνδυνα.

 

Στην Π.Ε Μαγνησίας, υπάρχουν επίσης ελλείψεις προσωπικού τόσο στους Πυροσβεστικούς Σταθμούς (Βόλου και ΒΙΠΕ Βόλου), όσο και από τους περιφερειακούς σταθμούς (111 Π.Μ. Αεροδρόμιο Αγχιάλου, Αλμυρού ο οποίος μεταφέρθηκε στη Δρυμώνα και έχει στην ευθύνη του εθνικού δρόμου, Αργαλαστής, Σκιάθου, Αεροδρομίου Σκιάθου, Σκοπέλου, Αλοννήσου) και στους σταθμούς-περίπολα (ΚΑΛΑ ΝΕΡΑ, ΝΕΟΧΩΡΙ, ΓΟΡΙΤΣΑ, ΚΑΤΗΧΩΡΙ). Η υλικοτεχνική υποδομή της υπηρεσίας έχει ελλείψεις, ο στόλος των αυτοκινήτων είναι γερασμένος και οι κτιριακές εγκαταστάσεις στο Βόλο, απαράδεκτες.

 

Στην Π.Ε Τρικάλων, υπάρχουν ελλείψεις σε προσωπικό τόσο στην πόλη των Τρικάλων, όσο και στους περιφερειακούς σταθμούς (Οιχαλίας, Καλαμπάκας, Πύλης). Από τα 20 οχήματα συνολικά (περιπολικά – υδροφόρες). Τα 8 είναι «δεμένα» σε χώρο ευθύνης (δάση, κλπ) και άλλα 3-4 με πολλά προβλήματα. Σημαντική έλλειψη θεωρείται η απουσία «κλίμακας» για όλη τη Δυτική Θεσσαλία, η έλλειψη οχήματος «10 τόνων» για την Π.Ε Τρικάλων, προβλήματα με σωλήνες και λάστιχα. Είναι προβληματική η κατάσταση με τον ατομικό εξοπλισμό.

 

Στην Π.Ε Καρδίτσας, με επίσης μεγάλο ορεινό-δασικό όγκο, υπάρχουν ελλείψεις σε προσωπικό, τόσο στην Καρδίτσα, όσο και στους περιφερειακούς Π.Σ (Μουζάκι, Παλαμά, Σοφάδες), σε οχήματα και εξοπλισμό γενικότερα.

 

Παρ’ ότι στη Θεσσαλία το 2019, δεν είχαμε μεγάλες πυρκαγιές, υπάρχουν αρκετά προβλήματα, από την έλλειψη μέτρων πρόληψης απο την πλευρά της Περιφέρειας και των Δήμων, που σχετίζεται ασφαλώς με την ισχνή κρατική χρηματοδότηση, αλλά αναδεικνύουν και τις ευθύνες της Περιφέρειας και Δήμων, για την έλλειψη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πυροπροστασίας (έλλειψη καθαρισμού δασών και άλλων περιοχών, έλλειψη συντήρησης μεγάλου μέρους του δασικού και αγροτικού οδικού δικτύου, έλλειψη υδατοδεξαμενών, άλλων μέσων), αλλά και την έλλειψη ουσιαστικών διεκδικήσεων και στήριξη επί της ουσίας των κυβερνητικών πολιτικών και των επιδιώξεων του μεγάλου κεφαλαίου για τους ορεινούς όγκους.

 

Οι συσκέψεις που γίνονται από την Περιφέρεια Θεσσαλίας και Δήμους μπροστά στην αντιπυρική περίοδο, όσο αναγκαίες και αν είναι, δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της έλλειψης μιας σοβαρής πολιτικής αντιπυρικής προστασίας, τόσο από την πλευρά της εκάστοτε κυβέρνησης, όσο και από την πλευρά της Περιφέρειας και των Δήμων, με δεδομένη την μείωση της κρατικής επιχορήγησης για την πυροπροστασία, τις ελλείψεις σε προσωπικό, εξοπλισμό και οχήματα της Πυροσβεστικής και Δασικής Υπηρεσίας, αλλά και των Δήμων, Περιφέρειας, την αντιδραστικοποίηση του νομικού πλαισίου.

Ούτε μπορεί να μετατίθεται σε διάφορες εθελοντικές ομάδες, σε ΜΚΟ, μέρος της ευθύνης κυβέρνησης, περιφέρειας και δήμων, για την φύλαξη και πυρόσβεση που ανήκει στο κράτος. Μόνο αν υπάρχουν οι αναγκαίες υποδομές, το εκπαιδευμένο και έμπειρο προσωπικό, ο κατάλληλος εξοπλισμός, τότε και οι εθελοντές και γενικότερα η λαϊκή κινητοποίηση μπορεί να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση πυρκαγιών.

Οι τραγικές συνέπειες για την ανθρώπινη ζωή, την λαϊκή περιουσία και το περιβάλλον, που είχαν διαχρονικά οι μεγάλες πυρκαγιές, ιδιαίτερα στο Μάτι πριν 2 χρόνια, δείχνουν ότι ολοκληρωμένη προστασία και διαχείριση των δασών στη βάση των λαϊκών αναγκών και η αποτελεσματική θωράκιση της πυρασφάλειας και της γενικότερης προστασίας των αστικών κέντρων από φυσικούς και τεχνολογικούς κινδύνους, προϋποθέτει διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, το δρόμο της εργατικής εξουσίας, που με την κοινωνική ιδιοκτησία των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, της βιομηχανίας, του τουρισμού, των δασών, γενικότερα της γης και των φυσικών πόρων, και με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό, μπορεί να διασφαλίσει την ισόρροπη επίδραση του εργαζόμενου ανθρώπου στη φύση και την ανάπτυξη με κριτήριο τη λαϊκή ευημερία.

 

Επειδή, η Θεσσαλία, μπορεί να αντιμετωπίσει προβλήματα με τις πυρκαγιές, λόγω του μεγάλου ορεινού-δασικού όγκου, ανάλογα και με τα καιρικά φαινόμενα, θεωρούμε ότι η Περιφερειακή Αρχή Θεσσαλίας σε συνεργασία με την κυβέρνηση, πρέπει να αναπτύξει:

  • Ενιαίο αντιπυρικό σχεδιασμό για κάθε ορεινό όγκο με την ευθύνη των Δασικών Υπηρεσιών και την στήριξη της Περιφέρειας και των Δήμων.
  • Ολοκληρωμένο και αναλυτικό σχεδιασμό για όλη την αντιπυρική περίοδο σε συνεργασία με Π.Υ, Δασική Υπηρεσία και Δήμους, ετοιμότητας των δυνάμεών της και ειδικών μέτρων σε περίπτωση μεγάλης πυρκαγιάς και καταστροφών, στήριξης των κατοίκων, γεωργοκτηνοτρόφων και των πυροσβεστών.
  • Πρόγραμμα καθαρισμού και απομάκρυνσης της βλάστησης και των ξερών χόρτων στους ορεινούς όγκους, στις διαχωριστικές νησίδες αυτοκινητοδρόμων και τα πρανή αυτών.
  • Λήψη μέριμνας για τον καθαρισμό οικοπέδων με σκουπίδια, ξερά χόρτα.
  • Έλεγχο του δασικού οδικού δικτύου, συντήρηση του και διάνοιξη τυχόν κλειστών τμημάτων του, ώστε να είναι εφικτή η πρόσβαση των πυροσβεστικών οχημάτων.
  • Έλεγχο των δικτύων παροχής νερού που χρησιμοποιούνται για την πυρόσβεση στους ορεινούς όγκους και επέκτασή τους, καθώς και των δεξαμενών νερού και των κρουνών που υπάρχουν, ώστε να βρίσκονται σε καλή κατάσταση και έτοιμα για χρήση σε περίπτωση πυρκαγιάς.
  • Να γίνει σχεδιασμός των απαραίτητων δασοτεχνικών – αντιδιαβρωτικών – αντιπλημμυρικών έργων και εξασφάλιση των αναγκαίων πιστώσεων, στο πλαίσιο της συνολικής διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων και των ορεινών – ημιορεινών περιοχών.

 

Ταυτόχρονα να διεκδικήσει από την κυβέρνηση τα παρακάτω αιτήματα:

  • Να καταργηθεί ο νόμος 4662/20 και όλοι οι αντι-δασικοί νόμοι των κυβερνήσεων ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, που αποχαρακτηρίζουν δάση, δασικές εκτάσεις, ακόμη και αναδασωτέες περιοχές και νομιμοποιούν καταπατητές, μεταφέρουν ευθύνες πυροπροστασίας-δασοπροστασίας σε ιδιώτες, περιφέρειες, δήμους και εθελοντές, οι οποίες θα πρέπει να ανήκουν στο κράτος. Να προστατευθούν οι καμένες δασικές εκτάσεις από καταπατητές και να αναδασωθούν άμεσα. Να αποζημιωθούν οι πληγέντες από προηγούμενες πυρκαγιές.
  • Να μετατραπεί σε δημόσια περιουσία η ιδιοκτησία μεγάλων ιδιωτικών εκτάσεων και των εκτάσεων της εκκλησίας στα βουνά, δάση και δασικές εκτάσεις.
  • Ριζική αλλαγή και εκσυγχρονισμό του αντιπυρικού σχεδιασμού, της πυροπροστασίας και της πολιτικής προστασίας, με γνώμονα την προστασία της ζωής και της περιουσίας του λαού και των δασικών οικοσυστημάτων από φυσικές καταστροφές και τεχνολογικά ατυχήματα, με ευθύνη του κράτους.
  • Άμεση και επαρκή κρατική χρηματοδότηση των φορέων δασοπροστασίας-πυρόσβεσης, για την κάλυψη των αναγκών, καθώς και του Εθνικού Συστήματος Υγείας, με το απαραίτητο προσωπικό και υποδομές, που να μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μεγάλων βιομηχανικών ατυχημάτων και καταστροφών από πλημμύρες, πυρκαγιές, σεισμούς.
  • Η κυβέρνηση να ενισχύσει τον στόλο και την υποδομή του Πυροσβεστικού Σώματος και της Δασικής Υπηρεσίας στη Θεσσαλία και πανελλαδικά, με τα αναγκαία μέσα, επίγεια, σύγχρονα πλωτά μέσα για τα λιμάνια, αλλά και τον εθνικό εναέριο στόλο αεροπυρόσβεσης και διάσωσης. Καμία συγχώνευση ή κατάργηση Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, αντιθέτως να ανασυσταθούν και να ενισχυθούν όπου καταργήθηκαν.

Να βάλει τέλος στην κατηγοριοποίηση του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος (μόνιμοι, 5ετούς θητείας, συμβασιούχοι). Να μονιμοποιηθούν όλοι οι συμβασιούχοι και 5ετείς πυροσβέστες. Να προσλάβει το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων στις αρμόδιες υπηρεσίες της πολιτικής προστασίας, πυροσβεστική, δασική υπηρεσία, τομέας υγείας και φορείς της τοπικής διοίκησης, με σαφή διαχωρισμό των αναγκών για τις προσλήψεις στο Π.Σ. σε επιχειρησιακό και διοικητικό προσωπικό.

Να εφαρμόσει σύγχρονο μισθολόγιο για τους πυροσβέστες. Ακώλυτη μισθολογική προαγωγή όλων με τα χρόνια υπηρεσίας άσχετα από τον βαθμό. Πενθήμερη εβδομάδα εργασίας με πλήρη αποζημίωση υπερωριών, νυχτερινών, εξαιρέσιμων και αργιών, όπως προβλέπεται για τους υπόλοιπους δημόσιους υπαλλήλους. Να χορηγηθούν όλα τα απαραίτητα μέσα προστασίας για τα αστικές και τις  δασικές πυρκαγιές σε όλους τους πυροσβέστες. Να αναγνωριστεί το επάγγελμα τους ως Βαρύ Ανθυγιεινό και επικίνδυνο και να θεσπιστεί  το  Π.Δ. για την υγιεινή και ασφάλεια στο επιχειρησιακό σκέλος.

 

 

Προηγούμενο άρθρο Προγράμματα του Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ. του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Επόμενο άρθρο Ενημέρωση για τη λειτουργία των υπηρεσιών του Δήμου Καρδίτσας και των Αθλητικών χώρων