Αόριστη και ασαφής η απάντηση της Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και για τις αμοιβές ενεργοποίησης των δικαιωμάτων των αγροτών
Δεν απαλλάσσονται της φορολογίας οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες δήλωσε ο Βουλευτής Καρδίτσας και τ. Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, κ. Σπύρος Ταλιαδούρος κατόπιν της απάντησης του Υπουργού Οικονομικών, κ. Γ. Παπακωνσταντίνου στην ερώτηση που είχε καταθέσει στη Βουλή ο Καρδιτσιώτης Βουλευτής σχετικά με την ύπαρξη διαφορετικής κωδικοποίησης στις φετινές φορολογικές δηλώσεις, ώστε να φαίνεται η δραστηριότητα από την οποία προέρχονται αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά αλλά και για να αποδεικνύεται η ιδιότητα του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη.
Επιπλέον στο δεύτερο ερώτημα που διατυπώθηκε από τον κύριο Ταλιαδούρο σχετικά με την ενεργοποίηση των δικαιωμάτων των αγροτών, η απάντηση της Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Κ. Μπατζελή είναι αόριστη και ασαφής καθώς δηλώνει ότι δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα παρέμβασης, υπαγόρευσης ή δέσμευσης των ΕΑΣ από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ειδικότερα οι απαντήσεις των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχουν ως εξής:
Απάντηση Υπουργού Οικονομικών
«Σε απάντηση της 4757/19-1-2010 ερώτησης που κατατέθηκε στη Βουλή, από τον Βουλευτή κ. Σπύρο Ταλιαδούρο αναφορικά με το θέμα και όσον αφορά αρμοδιότητες μας, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
- 1. Στη φορολογία εισοδήματος, ως αγρότης (γεωργός) κατά κύριο επάγγελμα θεωρείται το πρόσωπο που εμπίπτει στην 339899/5-4-1993 Κ.Α. των Υπουργών Εθν. Οικονομίας και Γεωργίας, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού του Συμβουλίου 2328/1991 Ε.Ο.Κ. Δηλαδή, το φυσικό πρόσωπο που είναι κάτοχος γεωργικής εκμετάλλευσης (ιδιοκτήτης, μισθωτής ή αγρολήπτης της γεωργικής εκμετάλλευσης, εφόσον η μίσθωση ή η αγροληψία έχει συναφθεί εγγράφως), και τουλάχιστον το 50% του συνολικού του εισοδήματος προέρχεται από την απασχόληση του στη γεωργική εκμετάλλευση και επί πλέον, απασχολείται αυτοπροσώπως και επαγγελματικά τουλάχιστον κατά το 50% του συνολικού χρόνου απασχόλησης του.
- 2. Οι επιδοτήσεις, αποζημιώσεις, οικονομικές ενισχύσεις των αγροτών λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών τους είτε προστιθέμενες στα ακαθάριστα έσοδα τους, σε περίπτωση τήρησης βιβλίων του ΚΒΣ, είτε κατά τον προσδιορισμό του γεωργικού εισοδήματος με την αντικειμενική μέθοδο του άρθρου 42 του ν. 2238/1994.
3. Από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, συνάγεται ότι οι γεωργικές επιδοτήσεις δεν αποτελούν καθαρό εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις ,αλλά απλώς λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του συγκεκριμένου καθαρού εισοδήματος, όπως άλλωστε ισχύει και με τις επιδοτήσεις που ενδεχομένως λαμβάνουν οι επιχειρήσεις. Κατά συνέπεια δε συντρέχει λόγος τροποποίησης του εντύπου της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του οικ. έτους 2010».
Απάντηση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Απαντώντας στην παραπάνω ερώτηση που κατέθεσε ο Βουλευτής κ. Σ. Ταλιαδούρος, για τα θέματα της αρμοδιότητας μας, σας πληροφορούμε τα εξής:
Σύμφωνα με τον Καν. (ΕΚ) 1782/2003, απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άμεσων ενισχύσεων στο πλαίσιο της Ενιαίας Ενίσχυσης, είναι η υποβολή αίτησης.
Ως εκ τούτου, κάθε γεωργός για την ενεργοποίηση των δικαιωμάτων του οφείλει να υποβάλλει κάθε χρόνο και μέχρι το 2013, ενιαία αίτηση.
Οι εργασίες υποστήριξης των παραγωγών για τη συμπλήρωση των αιτήσεων τους και την αποστολή των στοιχείων που απαιτούνται στον ΟΠΕΚΕΠΕ, παρέχονται από τις ΕΑΣ στο πλαίσιο του, από 31-03-2009, Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και ΠΑΣΕΓΕΣ για όσους παραγωγούς επιθυμούν τη συνδρομή των ΕΑΣ.
Όσον αφορά το ύψος της αμοιβής των ΕΑΣ που καταβάλλει κάθε παραγωγός, αυτό προσδιορίζεται, για τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, με βάση ενιαία τιμολόγηση που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των ΕΑΣ και της ΠΑΣΕΓΕΣ χωρίς να έχει επ’ αυτού καμία συμμετοχή ή παρέμβαση το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, σύμφωνα με ρητή διάταξη του άρθρου 32 του Ν. 3698/2008, η σχετική δαπάνη καλύπτεται από πιστώσεις του Κρατικού προϋπολογισμού.
Υπάρχουν περιπτώσεις ΕΑΣ που δεν ακολουθούν την ενιαία τιμολόγηση (ανώτατο όριο αμοιβής) και έχουν μειωμένο τιμολόγιο αμοιβών.
Η διαδικασία κινείται στο πλαίσιο συνεργασίας Νομικού Προσώπου (ΕΑΣ) και φυσικών προσώπων- αγροτών μελών τους, οι οποίοι εκλέγουν τις Διοικήσεις κάθε ΕΑΣ και αφορά παροχή υπηρεσιών έναντι νομίμων παραστατικών και δεν υπάρχει καμία δυνατότητα παρέμβασης, υπαγόρευσης ή δέσμευσης των ΕΑΣ από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»