Κι άλλες φορές στο παρελθόν έχω δημόσια αναφερθεί στις επιλογές των διοικούντων τα τελευταία χρόνια το Δήμο Μουζακίου, που κάθε άλλο παρά αποτελεσματικές αποδείχθηκαν για την αναπτυξιακή πορεία αλλά και προοπτική του, παρά τα πολλά, είναι αλήθεια, εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν σε διάφορα έργα βιτρίνας και, σίγουρα, όχι ουσίας.
Συνδυάζοντας κάμπο και ορεινό όγκο ο Δήμος Μουζακίου, διαθέτει και τη δυνατότητα πολλαπλών αναπτυξιακών προοπτικών, είτε συνδυαστικών με τις ανάγκες και τις δυνατότητες των προαναφερόμενων εδαφολογικών χαρακτηριστικών του είτε και ανεξάρτητα. Τούτο, ωστόσο, ποτέ δεν επιδιώχθηκε, με τα προερχόμενα από κάθε κατεύθυνση παράπονα και τις διαμαρτυρίες να περισσεύουν, αλλά κι ένα Δήμαρχο, ομού και με άλλα στελέχη της παράταξής του, ν’ αναλώνονται στην εκπλήρωση προσωπικών τους επιδιώξεων και φιλοδοξιών παρά στο σκοπό που οι δημότες τους έταξαν.
Παρακολουθώντας για χρόνια από κοντά πολλά από τα θέματα που απασχολούν το Δήμο Μουζακίου, επιλέγω σήμερα ν’ αναφερθώ σε συγκεκριμένες επιλογές των διοικούντων του, που αφορούν τις προοπτικές της ορεινής περιοχής του, γέννημα – θρέμμα της οποίας είμαι και ο ίδιος, και για τις οποίες θεωρώ πως απασχολούν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη.
Μια ορεινή περιοχή που επιβίωσε αλλά και – μέχρι ένα βαθμό – αναπτύχθηκε με αξιοποίηση δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα, όπως η κτηνοτροφία και τα παράγωγά της. Περιοχή που και σήμερα, χάρη στις ίδιες δυνατότητες αλλά και σ’ αυτές που προσθέτει η προοπτική αξιοποίησης της ανεξάντλητης φυσικής της ομορφιάς, που άνετα μπορεί να συγκινήσει και να προσελκύσει πλήθος επισκεπτών, μπορούν, ειδικά αν ενισχυθούν κατάλληλα, ν’ αναδείξουν δυναμική που σε τίποτα δε θα υστερεί απ’ αυτή που αδιαμφισβήτητα αναπτύσσουν άλλες γειτονικές, τουλάχιστο, περιοχές.
Δεν είναι αυτή, ωστόσο, η επιλογή των διοικούντων σήμερα το Δήμο Μουζακίου αλλά και άλλους γειτονικούς μας ορεινούς Δήμους, που στα πλαίσια μιας «κοινής», όπως γράφτηκε, «αειφόρας γραμμής» εκείνο που επιδιώκουν είναι να βάλουν οριστικά ταφόπλακα σε κάθε προοπτική επιβίωσης και πραγματικής ανάπτυξης του ορεινού μας όγκου.
Με το πρόσχημα πως η περιοχή δε διαθέτει, όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται, τίποτα άλλο (!!!) που θα τη βοηθήσει ν’ αναπτυχθεί, παρά μόνο τον «αέρα» και τα νερά της, υπέκυψαν και υποκύπτουν συνεχώς στα αιτήματα των διάφορων «επενδυτών» σε έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που για την περιοχή μας προτιμούν τα αιολικά «πάρκα» και τα μικρά υδροηλεκτρικά. Φιλοδοξούν με την επιλογή τους αυτή να μετατρέψουν τους ορεινούς συνδημότες μας (όσους, βέβαια, κι αν θα έχουν απομείνει εκεί) σε «εισοδηματίες» των …. εννέα (9) ευρώ ετησίως (τόσα είναι, με βάση την τελευταία σχετική υπουργική απόφαση, τα «αντισταθμιστικά», που αναλογούν στους δικαιούχους έργων ΑΠΕ) και τους Δήμους από διεκδικητές απέναντι στην πολιτεία – που οφείλει να εκτελεί αλλά και να χρηματοδοτεί έργα – σε επαίτες των «επενδυτών».
Προφανώς και οι παραπάνω εθελοτυφλούν μπροστά στην τεράστια και ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική καταστροφή, που αναμένεται να επιφέρουν τα προαναφερόμενα έργα, αλλά και στις οικονομικές επιπτώσεις από τη μόνιμη και εξαιτίας αυτών υποβάθμιση και αλλαγή της φυσιογνωμίας του τόπου μας. Επιπτώσεις, φυσικά, που είναι αδύνατο να εξισορροπηθούν από κάποιες προσωρινές θέσεις εργασίας, τα «αντισταθιστικά» που παραπάνω περιγράψαμε αλλά και ανταποδοτικά μερικών, έστω, δεκάδων χιλιάδων ευρώ για έργα, που κι αυτά από τους δικούς μας φόρους για τις ΑΠΕ προέρχονται (βλ. ΕΤΜΕΑΡ, κ.λ.π.), δεν εισπράττονται κανονικά και δεν υπάρχει καμία εγγύηση για την κατάλληλη αξιοποίησή τους.
Εθελοτυφλούν μπροστά στην παραχώρηση της γης μας (γιατί περί αυτού πρόκειται) και των νερών του τόπου μας, στερώντας τα συγκεκριμένα αγαθά από τα ίδια μας/τους τα παιδιά, που ίσως αύριο να μη μπορούν καν να επιβιώσουν χωρίς αυτά, και αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό κάθε παραπέρα προοπτική πραγματικής ανάπτυξης του τόπου, τόσο για το άμεσο όσο και για το επερχόμενο μέλλον.
Κι ολ’ αυτά, βέβαια, χωρίς κανένα ουσιαστικό όφελος σε ενέργεια, σε πραγματική δυνατότητα για ηλεκτροδότηση, σε μείωση ρύπων, κ.λ.π., κάτι που και οι ίδιοι, πλέον, αναγκάζονται ν’ αποδέχονται δημόσια, κάτω από τις διαμαρτυρίες και τις αντιδράσεις φορέων και πολιτών.
Αναρωτήθηκαν, άραγε ποτέ οι παραπάνω πως θα μπορούσε να ήταν σήμερα ο τόπος μας αν εξ αρχής επέλεγαν να προωθήσουν με το ίδιο πάθος, όπως αυτό για τα αιολικά και τα μικρά υδροηλεκτρικά, δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, που ταιριάζουν απόλυτα με τη φυσιογνωμία και τις δυνατότητες της περιοχής; Αναρωτήθηκαν για τη δυναμική που θα μπορούσε ν’ αναπτυχθεί από την ενίσχυση – με το ίδιο πάθος και πάλι – μιας προσπάθειας για αξιοποίηση της ανεξάντλητης φυσικής μας ομορφιάς αλλά και πολλών ακόμα προοπτικών πραγματικής αειφόρας ανάπτυξης; Σκέφθηκαν πόσο θα μπορούσε να συμβάλει σ’ όλ’ αυτά ένα μόνο μέρος από τα 2,5 δις ευρώ, που, ούτως ή άλλως, πληρώνουμε κάθε χρόνο ως «επιδότηση» στους ιδιώτες «επενδυτές» των αιολικών, των μικρών υδροηλεκτρικών, κ.λ.π. ;
Δε χρειάζεται, λοιπόν, να «γυρίσουμε τον κόσμο για να καταλάβουμε ότι ο θησαυρός είναι μέσα στο δικό μας σπίτι»… «Λίρα εκατό» είν’ ο τόπος μας!!! Ας τον αξιοποιήσουμε όπως πρέπει και όπως από μόνος του μας δείχνει, χωρίς ανεπανόρθωτες περιβαλλοντικές καταστροφές, προστατεύοντας το φυσικό του κάλος και κρατώντας μακριά κάθε απόπειρα εκποίησης ή παραχώρησης, σε οποιονδήποτε και με οποιονδήποτε τρόπο, του φυσικού μας πλούτου (γη, νερό), πηγή ζωής για εμάς και τα παιδιά μας.