Η πρόταση για απομάκρυνση όλων των ερευνητικών μονάδων που σχετίζονται με τον αγροτικό τομέα από την περιοχή της Θεσσαλίας, στην κυριολεξία έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Είναι πραγματικό αξιοπρόσεκτο και άξιο σχολιασμού, πως κάποιοι ιθύνοντες ενός οργανισμού, προτείνουν την κατάργηση όλων των ερευνητικών κέντρων της Θεσσαλίας και τη μεταφορά τους στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και το Ηράκλειο!
Χρειάζεται να έχει κανείς πολύ φαντασία για να προτείνει κάτι τέτοιο. Τη στιγμή μάλιστα που τα ερευνητικά κέντρα της Θεσσαλίας, ήδη λειτουργούν και έχουν προσφέρει τεράστιο έργο ενώ στο μέλλον προδιαγράφεται ότι θα προσφέρουν πολύ μεγαλύτερο έργο στον ερευνητικό τομέα , ο οποίος σχετίζεται με την αγροτική παραγωγή.
Προφανώς οι υπεύθυνοι του Οργανισμού «Δήμητρα» που ετοίμασαν την πρόταση απομάκρυνσης των κέντρων, αγνοούν (εσκεμμένα) ότι στη Θεσσαλία χτυπά η καρδιά της αγροτικής παραγωγής.
Και επειδή προέρχομαι από ένα κατ εξοχήν αγροτικό νομό, που έχει δύο αξιόλογες ερευνητικές μονάδες που λειτουργούν με υποδειγματικό τρόπο και σχετίζονται άμεσα με τον πρωτογενή τομέα, θα ήθελα να κάνω μια πολύ επιγραμματική αναφορά στο ρόλο τους.
Το κέντρο ποιοτικού ελέγχου και ταξινόμησης βάμβακος
Κατ αρχήν το Κέντρο ποιοτικού ελέγχου και Ταξινόμησης Βάμβακος, στεγάζεται σε σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις, στις οποίες λειτουργεί και συνεδριακό κέντρο. Χρηματοδοτήθηκε από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ολοκληρώθηκε το 2008. Διαθέτει τεχνολογικά προηγμένο εξοπλισμό ο οποίος χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της ποιότητας ίνας και του νήματος του βαμβακιού.
Στα εργαστήρια του πραγματοποιούνται έρευνες και μελέτες για την ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού, καθιστώντας το προϊόν ποιοτικά ανώτερο και αναβαθμίζοντας σημαντικά την εξαγωγική του προοπτική ενώ αυξάνεται και η τιμή πώλησης στη διεθνή αγορά. Διαθέτει υψηλής κατάρτισης επιστημονικό προσωπικό ενώ υποστηρίζεται με διοικητικό και εργατοτεχνικό προσωπικό και έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στην αξιοποίηση του «λευκού χρυσού». Φυσικά δεν χρειάζεται να τονίσω πως λειτουργεί σε μια περιοχή κατ εξοχήν βαμβακοπαραγωγική και συνδέει απ’ ευθείας την παραγωγική με την ερευνητική διαδικασία.
Το Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων
Το Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων λειτουργεί στην Καρδίτσα από το 1978 και το έργο του είναι κυριολεκτικά ανεκτίμητο στον τομέα της κτηνοτροφίας. Η περιοχή ευθύνης του είναι έξι νομοί της Κεντρικής Ελλάδας και ειδικότερα οι νομοί Καρδίτσας, Τρικάλων, Λάρισας, Μαγνησίας, Φθιώτιδας και Ευρυτανίας.
Το Κέντρο ασχολείται με όλα τα θέματα που αφορούν στη γενετική βελτίωση των ζώων αξιοποιώντας γενεαλογικά στοιχεία και τεχνικές που διαθέτει.
Θέλω να επισημάνω την πολύ μεγάλη συμβολή που έχει το Κέντρο στη διατήρηση, την προστασία και την ανάδειξη του προβάτου της καραγκούνικης φυλής, που είναι από τις καλύτερες παγκοσμίως ράτσες της προβατοτροφίας.
Αναφέρθηκα πολύ επιγραμματικά στα παραπάνω για να τονίσω προς κάθε κατεύθυνση ότι τόσο το Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων όσο και το Κέντρο ποιοτικού ελέγχου και ταξινόμησης βάμβακος, είναι δυο ερευνητικές μονάδες υψίστης σημασίας για τον γεωργικό και τον κτηνοτροφικό τομέα. Δυο μονάδες, μαζί και με τις υπόλοιπες της Θεσσαλίας, που συνδέουν την παραγωγή με την έρευνα, την επιστήμη με την παραγωγή.
Νομίζω ότι είναι απολύτως κατανοητό ότι το έργο που παράγουν είναι τεράστιο για την εθνική οικονομία και οποιαδήποτε προσπάθεια μετακίνησης ή απαξίωσης τους, θα αποτελέσει σημαντικό πλήγμα προς την πρωτογενή παραγωγή.
Θέλω να δηλώσω κατηγορηματικά ότι αυτή η επιεικώς απαράδεκτη πρόταση που κατατέθηκε, βρίσκει την Αιρετή Περιφέρεια και ειδικότερα την Περιφερειακή Ενότητα Καρδίτσας, κάθετα αντίθετες.
Δεν πρόκειται να επιτρέψουμε να υλοποιηθούν τέτοιου είδους καταστροφικά σχέδια. Για το λόγο αυτό καλούμε τους αρμόδιους υπουργούς να τα απορρίψουν χωρίς καμία περαιτέρω συζήτηση και να λάβουν την απόφαση για επιπλέον ενίσχυση των ερευνητικών κέντρων της Καρδίτσας και της Θεσσαλίας, γιατί εδώ χτυπάει η καρδιά της αγροτικής παραγωγής και του πρωτογενούς τομέα.
Βασίλης Τσιάκος
Αντιπεριφερειάρχης Καρδίτσας