Απ. Παπατόλιας: «2011-2012: Η χαμένη διετία της Περιφέρειας Θεσσαλίας»


Τα δύο πρώτα χρόνια της θητείας της νέας περιφερειακής αρχής η παράταξή μας «Θεσσαλών Δύναμη» άσκησε κατά γενική ομολογία ήπια και δημιουργική αντιπολίτευση. Ακριβώς επειδή για μια διετία αντισταθήκαμε στον πειρασμό της εύκολης δημαγωγίας και του στείρου καταγγελτικού λόγου, παρέχοντας ίσως την πιο μακρά «περίοδο χάριτος» σε αυτοδιοικητική αρχή, έχουμε σήμερα το ηθικό-πολιτικό δικαίωμα να αποτιμήσουμε ψύχραιμα και νηφάλια το έργο της πρώτης αιρετής Περιφέρειας, χωρίς να εκτεθούμε στη μομφή της μονομέρειας, της εμπάθειας και της ισοπέδωσης.

Το κυρίαρχο πολιτικό συμπέρασμα που συνάγεται από την πρώτη διετία Αγοραστού είναι ότι η νέα περιφερειακή αρχή έχει αποτύχει στην αποστολή της. Δεν έχει κατορθώσει επ’ ουδενί να εμπνεύσει κλίμα εμπιστοσύνης στους πολίτες για τις δυνατότητες του νέου θεσμού, ενώ με την ανούσια, γραφειοκρατική, συντηρητική και παλαιοκομματική διαχείριση που ασκεί κατάφερε να δημιουργήσει στους Θεσσαλούς αισθήματα νοσταλγίας για τις παλιές Νομαρχίες που κατήργησε ο Καλλικράτης…

Το ρεσιτάλ αυτοθαυμασμού των στελεχών της Περιφέρειας, η επικοινωνιακή υπερπροβολή και η ψευτοκινητικότητα στα ΜΜΕ με δήθεν πολιτικές πρωτοβουλίες που ποτέ δεν ολοκληρώνονται, με δυσκολία μπορεί πλέον να συγκαλύψει την απουσία σοβαρού αναπτυξιακού σχεδιασμού και την ανυπαρξία ορατού και χρήσιμου έργου.

Εάν το μότο του κ. Αγοραστού είναι ότι «με λίγα κάνουμε πολλά», η πραγματικότητα καταδεικνύει ότι «λένε πάρα πολλά, ενώ κάνουν πολύ λίγα». Πολύ λιγότερα απ’ όσα έκαναν οι Νομαρχίες…

Κανείς βεβαίως δεν αμφισβητεί τη δυσμενή συγκυρία στην οποία καλείται να λειτουργήσει ο θεσμός της Αιρετής Περιφέρειας. Η μεγάλη ατυχία του Καλλικράτη ήταν ότι συνέπεσε με την πρωτοφανή δημοσιονομική κρίση και την εφαρμογή των ατελέσφορων μνημονιακών πολιτικών, που επέτειναν τη δυσπιστία του Κεντρικού Κράτους και της Τρόικας απέναντι στην Αυτοδιοίκηση. Μοιραία ο Καλλικράτης εκφυλίστηκε σε εργαλείο εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών χάνοντας την αρχική προωθητική του δύναμη.

Η δυσμενής συγκυρία, ωστόσο, δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι Αιρετές Περιφέρειες διαθέτουν στο νέο τοπίο ασύγκριτα μεγαλύτερες δυνατότητες αναπτυξιακής παρέμβασης σε σχέση με τις παλιές Νομαρχίες. Αρκεί να αναφερθεί η αρμοδιότητα διαχείρισης του Περιφερειακού ΕΣΠΑ και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, καθώς και η χορήγηση των ενισχύσεων του Αναπτυξιακού Νόμου για να αντιληφθούμε πόσο σημαντικά είναι τα εργαλεία που διαθέτουν πλέον στα χέρια τους οι Περιφέρειες για να στηρίξουν την περιφερειακή ανάπτυξη.

Εκεί ακριβώς έγκειται και η τεράστια αδυναμία της πρώτης διετίας Αγοραστού. Αντί να αναλάβει γενναίες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, αξιοποιώντας στο έπακρο τα νέα αυτά θεσμικά εργαλεία για να δώσει νέα ώθηση στη Θεσσαλία, κόντρα στις αθηνοκεντρικές και γραφειοκρατικές πολιτικές του Μνημονίου, επέλεξε τον άτολμο και άχρωμο ρόλο του συμβιβασμένου διαχειριστή των κρατικών ή κοινοτικών επιχορηγήσεων, με ισχυρές δόσεις πελατειασμού και κομματοκρατίας απ’ τα παλιά.

Η μεγάλη αδυναμία στην κατάρτιση ενός συνεκτικού και ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδιασμού πιστοποιείται αδιάψευστα από τον τρόπο που γίνεται η διαχείριση του ΕΣΠΑ και η ένταξη νέων έργων και δράσεων. Αντί να γίνει το ΠΕΠ κύριος μοχλός περιφερειακής ανάπτυξης έχει εκφυλιστεί σε γραφειοκρατικό μηχανισμό παραγωγής εσόδων για την εξυπηρέτηση των κυβερνητικών δεσμεύσεων έναντι της Τρόικας! Αντί να εντάσσονται νέα έργα με προστιθέμενη αξία στο όραμα της περιφερειακής ολοκλήρωσης (π.χ. Λιμάνι, Αεροδρόμιο, Ηλεκτροκίνηση, Δικτύωση Τουριστικών Προορισμών, Οδικό Κύκλωμα Πηλίου, Κομποστοποίηση και Ανακύκλωση Απορριμμάτων), αναζητούνται «με το τουφέκι» έργα με στοιχειώδη ωριμότητα, ατάκτως ερριμμένα και χωρίς καμία εσωτερική συνοχή, τα οποία συχνά απηχούν τις προσωπικές πολιτικές των τοπικών αρχόντων και των πελατειών τους, μόνο και μόνο για να φανεί δήθεν πρόοδος στην απορρόφηση… Αντί να προτιμώνται έργα με αναπτυξιακή ώθηση, επιλέγονται ήδη ολοκληρωμένα και αποπληρωμένα έργα (βλ. πρόσφατα ένταξη 11 έργων ύψους 24 εκ. ευρώ) από άλλους φορείς, μόνο και μόνο για να διαφημιστεί ένα αυξητικό νούμερο…

Με δάνεια από το παρελθόν η διοίκηση Αγοραστού αυταπατάται ότι θα καλύψει τα ελλείμματα του παρόντος! Την ίδια στιγμή αυτοδιαφημίζεται ως επιτυχημένη στον τομέα της απορροφητικότητας, όταν η μόνη της επίδοση είναι αθέμιτη οικειοποίηση των επιτυχιών και των έργων άλλων φορέων!

Ξεχνά όμως η διοίκηση Αγοραστού ότι ακόμη και τα ίδια τα νούμερα εκδικούνται! Στην πραγματικότητα, το δήθεν θαύμα της απορροφητικότητας για το οποίο τόσο επαίρονται, πολύ περισσότερο πιστώνεται στην περίοδο της διαχείρισης του ΕΣΠΑ από την Κρατική Περιφέρεια και την κ. Γερακούδη, παρά στον ίδιο τον κ. Αγοραστό…

Τα εξελικτικά αριθμητικά στοιχεία δείχνουν ότι η σημαντική πρόοδος και επιτάχυνση στο ΕΣΠΑ επιτεύχθηκε από τις αρχές του 2010 έως τον Ιούνιο του 2011, ημερομηνία κατά την οποία ανέλαβε τη διαχείρισή του η διοίκηση Αγοραστού. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό, οι συμβασιοποιήσεις των έργων άγγιξαν το 58% (πρόοδος κατά 52%), ενώ οι πληρωμές έφτασαν το 42% (αύξηση κατά 35% σε σχέση με την περίοδο Γκούπα). Αντιθέτως, στην περίοδο της διοίκησης Αγοραστού οι συμβασιοποιήσεις έπεσαν κατά 22%, ενώ οι πληρωμές παρότι οδεύουμε στην ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ, ανέβηκαν μόλις 11% …

Και για να γίνω ακόμη πιο σαφής: σε σύνολο εγκεκριμένων συμβάσεων ύψους περίπου 400 εκ. ευρώ, η αιρετή Περιφέρεια κατάφερε και αποπλήρωσε μέσα σε ενάμιση χρόνο μόλις 139 εκ. ευρώ! Αυτή είναι η «τεράστια επιτυχία» για την οποία αυτοθαυμάζεται ο κ. Αγοραστός με περισσή αμετροέπεια, συγκαλύπτοντας τα μεγάλα ελλείμματα αναπτυξιακής στόχευσης και ιεράρχησης της Περιφέρειας Θεσσαλίας…

Η Αιρετή Περιφέρεια σηματοδότησε μια μεγάλη τομή τον αυτοδιοικητικό και θεσμικό χάρτη της χώρας, καθώς και ένα ποιοτικό άλμα σε σχέση με τις παλιές αιρετές Νομαρχίες. Με την πολιτική της παρουσία, όμως, η διοίκηση Αγοραστού κατάφερε σε λιγοστό διάστημα να εξανεμίσει τις προσδοκίες γύρω από το νέο θεσμό και να απομειώσει το κύρος του και τη δυναμική του, ως εργαλείου εξόδου από την κρίση και τόνωσης της περιφερειακής ανάπτυξης. Οι πολίτες νοστάλγησαν τις Νομαρχίες αφού το έργο τους ήταν πολύ πιο ορατό και χειροπιαστό. Αρκεί να αναφερθεί ότι την πρώτη διετία της Αιρετής Περιφέρειας Θεσσαλίας και χωρίς να υπάρξει κάποια ουσιαστική μείωση στα έσοδα από ΚΑΠ της Περιφέρειας σε σχέση με τις τέσσερις Θεσσαλικές Νομαρχίες, οι πληρωμές για έργα που έγιναν σε Καρδίτσα και Μαγνησία υπολείπονται κατά 57% και 40%  σε απόλυτους αριθμούς συγκριτικά με τα ποσά που δαπανήθηκαν από τις Νομαρχίες τα δύο πρώτα χρόνια της θητείας τους. Δηλαδή ενώ το 2007 και το 2008 δαπανήθηκαν από τις Νομαρχίες σε Καρδίτσα και Μαγνησία 46 και 50 εκ. ευρώ αντίστοιχα, η Περιφέρεια πλήρωσε μόλις 20 και 30 εκ. ευρώ στους ίδιους νομούς, παρότι είχε αναλάβει και τη διαχείριση του ΕΣΠΑ! Καθίσταται επομένως ανάγλυφο το γιατί στη συνείδηση των πολιτών οι Νομαρχίες ήταν πιο αποτελεσματικές και πιο χρήσιμες στις τοπικές κοινωνίες…

Επειδή όμως η νοσταλγία των Νομαρχιών μόνο ως ιστορικό ατύχημα μπορεί να εκληφθεί, είναι απολύτως αναγκαίο να αλλάξουν γρήγορα και θεαματικά οι όροι που ασκείται η περιφερειακή πολιτική. Αντί να γίνεται «επικοινωνιακό πάρτυ» με τις εντάξεις της Διαχειριστικής Αρχής και να πασχίζει διαρκώς η Περιφέρεια να ιδιοποιείται έργα άλλων φορέων, χωρίς καμία δική της συμμετοχή, είναι χρησιμότερο να εκπονηθεί ένας σοβαρός αναπτυξιακός σχεδιασμός με κύριο μοχλό υλοποίησης των έργων τις ίδιες τις υπηρεσίες της Περιφέρειας.

Αντί να συμπεριφέρεται ο Περιφερειάρχης ως «αφεντικό» στη μοιρασιά των πόρων του ΠΕΠ με ευνοιοκρατικά κριτήρια, ενθαρρύνοντας σχέσεις πελατειακής εξάρτησης με Δημάρχους ή άλλους τοπικούς φορείς, θα ήταν πιο ωφέλιμο να θέσει αντικειμενικά αναπτυξιακά κριτήρια στις εντάξεις, σκεπτόμενος περισσότερο τη Θεσσαλία, παρά την επανεκλογή του…

Αντί να ανακοινώνονται διαρκώς με βερμπαλιστική και ψευτο-μελοδραματική αμετροέπεια πρωτοβουλίες αενάως ημιτελείς και ανολοκλήρωτες (π.χ. το ανύπαρκτο «θεσσαλικό καλάθι», το αόρατο «Παρατηρητήριο Περιβάλλοντος», ο φανταστικός «Πόλος Καινοτομίας» και η ανεκδοτολογικού πλέον χαρακτήρα «Επιτροπή Διαβούλευσης»), θα ήταν απείρως πιο αποτελεσματικό να ιεραρχηθούν κάποιες προτεραιότητες στον αγροδιατροφικό τομέα και να εντοπιστούν παράλληλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία για τη στήριξή τους, σε συνεργασία με τις αγροτικές ενώσεις και τους επιστημονικούς φορείς της Περιφέρειας.

Τέλος, αντί να αυτοϊκανοποιούνται πολιτικά με τη ρητορεία των 777 έργων που εκτελούνται στη Θεσσαλία, καλό θα ήταν να εντοπίσουν έστω  ένα ή δύο έργα μεγάλης αναπτυξιακής εμβέλειας, τα οποία δεν θα τα δανειστούν έτοιμα από το παρελθόν, αλλά θα έχουν την τόλμη και τη γνώση να τα σχεδιάσουν, να τα εντάξουν και να τα υλοποιήσουν για πρώτη φορά, ως δική τους μικρή ή μεγάλη συμβολή στο αναπτυξιακό μέλλον του τόπου.

Μια τελευταία επισήμανση: Η κριτική της παράταξής μας είναι αιχμηρή, αλλά δίκαιη. Η συσσωρευμένη απογοήτευση της κοινωνίας έναντι του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος, καθώς και η αίσθηση ασφυξίας απέναντι στο διαφαινόμενο αναπτυξιακό αδιέξοδο της χώρας μας, μεγαλώνουν κατά πολύ τις ιστορικές ευθύνες της Αιρετής Περιφέρειας και την καλούν να δικαιώσει τις προσδοκίες που δημιούργησε η θεσμοθέτησή της. Αν όντως θέλουμε να ελπίζουμε ότι οι Περιφέρειες θα είναι ο μοχλός της ανασυγκρότησης της πατρίδας και του απεγκλωβισμού από το ατελέσφορο Μνημόνιο, πρέπει να τολμήσουν να εφαρμόσουν πολιτικές που δεν θα τις καθιστούν μέρος του προβλήματος της χώρας. Αν ο κ. Αγοραστός τολμήσει με δημοκρατική ευαισθησία και συμμετοχική διάθεση να ανοίξει νέους δρόμους στην περιφερειακή ανάπτυξη, θα συνεχίσουμε να λειτουργούμε συναινετικά και εποικοδομητικά. Εάν επιμείνει στη λογική της συντηρητικής διαχείρισης και της πολιτικής αυτοϊκανοποίησης, θα συναντήσει την αντίδραση και της παράταξής μας και της θεσσαλικής κοινωνίας…

Προηγούμενο άρθρο Ψήφισμα συμπαραστάσεως στον αγώνα των αγροτών
Επόμενο άρθρο Εκδήλωση Ενημέρωσης για την Κοινωνική Οικονομία και την ενίσχυση της απασχόλησης