Κλειστά κράτησε τα χαρτιά του ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών Τάκης Αράπογλου για το αν θα ενταχθούν, πότε και ποιες τράπεζες στο «πακέτο των 28 δισ. ευρώ», κατά την συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπής της Βουλής του σχετικού νομοσχεδίου, όπου είχαν κληθεί αρμόδιοι φορείς να εκφράσουν τις απόψεις τους.
Ο κ. Αράπογλου, εξέφρασε την άποψη ότι δεν πρόκειται για πρόγραμμα διάσωσης των Τραπεζών, αλλά για ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας.
Παράλληλα υποστήριξε, ότι δεν πρέπει να διασυνδεθούν και τα τρία σκέλη του προγράμματος, ώστε, όποια τράπεζα θέλε να ενταχθεί στο ένα σκέλος να μην υποχρεωθεί να ενταχθεί και σε άλλο.
«Οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να κατηγορηθούν ότι έκαναν κακοδιαχείριση. Αυτό δεν είναι πρόγραμμα διάσωσης τραπεζών, δεν είναι νομοσχέδιο που ζήτησαν οι τράπεζες. Είναι συνδυασμός σχεδίων της κυβέρνησης και της Τράπεζας της Ελλάδος που κρίνουν ότι πρέπει να ενισχύσουν τη ρευστότητα και ότι χρειάζονται περισσότερα εποπτικά κεφάλαια για το μέλλον», πρόσθεσε ο κ. Αράπογλου.
Σε ερώτηση βουλευτών, αν θα ενταχθεί η Εθνική Τράπεζα στο πρόγραμμα αυτό, επιφυλάχθηκε να απαντήσει σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «μελετάμε την κατάσταση και όπως και οι άλλες τράπεζες έτσι και η ΕΤΕ θα αποφασίσει ως την 1η Φεβρουαρίου που λήγει η σχετική προθεσμία τι θα κάνει. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε τώρα διότι δεν θέλουμε να βάλουμε την τράπεζα σε μειονεκτική θέση από πλευράς ανταγωνισμού. Θα απαντήσουμε συνεπώς τότε».
Ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης επιτοκίων
Σε άλλη ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων, ο κ. Αράπογλου δεν το απέκλεισε, διευκρίνισε ωστόσο ότι θα αφορά νέα δάνεια, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η ΕΤΕ να λειτουργήσει μονομερώς για να διευκολύνει τους δανειολήπτες με πάγωμα των ενυπόθηκων δανείων.
«Εμείς δεν θέλουμε να στραγγαλίσουμε τους δανειολήπτες. Εστιάζουμε την προσοχή μας στα στεγαστικά δάνεια κοινωνικών ομάδων που έχουν προβλήματα. Τυχόν αύξηση επιτοκίων θα αφορά κατά κύριο λόγο τα νέα δάνεια και δάνεια κεφαλαίων κίνησης επιχειρήσεων».
»Η ΕΤΕ είναι κυρίως προσανατολισμένη στα δάνεια για νέες επιχειρήσεις, για παλαιές που θα έχουν μειωμένη κερδοφορία και στα στεγαστικά ευπαθών κοινωνικών ομάδων με μειωμένα έσοδα», υπογράμμισε ο κ. Αράπογλου.
«Είμαστε οι πρώτοι που θα προτείνουμε διευκόλυνση, με τρόπο όμως που να μην θίγεται η πιστοληπτική μας ικανότητα και να μην έχουμε περαιτέρω κόστος. Σε κάθε περίπτωση για να το αποδεχθούμε, χρειαζόμαστε τη στήριξη και εξασφάλιση των εποπτικών αρχών» τόνισε ακόμη.
Κληθείς να διευκρινίσει σχετικά με το θέμα που είχε προκύψει με την συμφωνία Εθνικής Τράπεζας και ΟΕΚ για τα στεγαστικά δάνεια ο κ Αράπογλου παραδέχτηκε ότι «πράγματι έχουμε ζητήσει άλλο πλαφόν για τα δάνεια του ΟΕΚ», διευκρινίζοντας πάντως ότι «για τα δάνεια μέχρι 31/12/2008 οι εκταμιεύσεις ως τον Μάρτιο θα είναι με το ισχύον πλαφόν».
Από την πλευρά του, ο Χρήστος Γκόρτσος, γενικός γραμματέας ΕΕΤ, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μείωσης του χρόνου διακράτησης στοιχείων στον Τειρεσία αλλά, όπως είπε, είναι θέμα κυβέρνησης.
Στο σημείο αυτό ο υφυπουργός Οικονομίας Γιάννης Παπαθανασίου γνωστοποίησε, ότι «προετοιμάζεται σχετικό ν/σ, το συζητάμε με τους αρμόδιους φορείς πριν οριστικοποιηθεί».
Ο κ. Παναγιώτης Κυριακόπουλος, διευθυντής εποπτείας Τραπεζικού συστήματος Τράπεζας Ελλάδος, συμφώνησε με τις διατάξεις του ν/σ, ενώ κληθείς να σχολιάσει τα κέρδη των ελληνικών τραπεζών, ανέφερε ότι «υπάρχουν κέρδη αλλά κυμαίνονται, λίγο πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο».
Ακόμα, ο κ. Κυριακόπουλος παραδέχτηκε ότι υπάρχουν αυξήσεις επιτοκίων, επισήμως στις πιστωτικές κάρτες, αλλά, όπως είπε, «οι μεγαλύτερες αυξήσεις είναι στα στεγαστικά δάνεια».