Ανασυγκρότηση συνεταιριστικού κινήματος στο Ν. Καρδίτσας


Η συζήτηση για την ανάγκη ανασυγκρότησης του συνεταιριστικού κινήματος στο Ν. Καρδίτσας υποδηλώνει με σαφήνεια ότι το σημερινό μοντέλο κατέρρευσε και δεν εξυπηρετεί πλέον τους στόχους για την εξυπηρέτηση των οποίων οικοδομήθηκε. Είναι προφανές ότι η χρεοκοπία ενός συστήματος δεν μπορεί να είναι αποκλειστική ευθύνη ενός παράγοντα, αλλά αποτέλεσμα ανεπάρκειας πολλών εμπλεκομένων επί μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου η πορεία ήταν σαφής και κανένας δεν πήρε πρωτοβουλίες για διορθωτικές κινήσεις. Είναι λοιπόν ανάγκη πριν από οποιαδήποτε συζήτηση για το μέλλον να γίνει λεπτομερής ανάλυση του προηγούμενου μοντέλου, των συνθηκών κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε, των χαρακτηριστικών των ανθρώπων που το ίδρυσαν, των αναγκών που κλήθηκε να καλύψει, των εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν, των συστημάτων διοίκησης, των σχέσεων με τον περιβάλλοντα οικονομικό και πολιτικό χώρο. Τα παραπάνω ανέλυσε στην εισήγησή του ο Διευθυντής της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Αργολίδας, στο 1ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Καρδίτσας.

Το συνεταιριστικό κίνημα στην Ελλάδα

Το συνεταιριστικό κίνημα στην Ελλάδα και στην Καρδίτσα σχεδιάστηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα από ανθρώπους με βαθιά ιδεαλιστική προσέγγιση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Σχεδιάστηκε σαν μια ασπίδα προστασίας ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, που οι περισσότεροι ήταν αγράμματοι, με στόχο τη επιβίωσή τους σαν οικονομικές οντότητες. Λειτούργησε σε όλη την πορεία του σαν το μακρύ χέρι του κράτους στον αγροτικό τομέα, σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Γεωργίας και την ΑΤΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι οι αγρότες αναφέρονται στις οργανώσεις και αποφεύγουν να χρησιμοποιούν το όρο επιχειρήσεις. Οι συλλογικές συμβάσεις των εργαζομένων τους πιο πολύ μοιάζουν με τις συμβάσεις της ΑΤΕ και όχι τις γενικές συλλογικές συμβάσεις της ΓΣΕΕ. Το μετοχικό κεφάλαιο (μερίδα) υπήρξε πάντα ασήμαντο και απολύτως ανεπαρκές να στηρίξει αναπτυξιακή προσπάθεια. Η εκλογή στη διοίκηση θεωρήθηκε πάντοτε σαν σκαλοπάτι πολιτικής ανόδου. Στις γενικές συνελεύσεις αποτέλεσε καθεστώς η πρόσκληση βουλευτών, νομαρχών, δημάρχων και πολύ λίγο θύμιζαν συνελεύσεις επιχειρήσεων και περισσότερο πολιτικές φιέστες. Όσον αφορά στη δομή του συνεταιριστικού κινήματος, στηρίχθηκε στις τοπικές οργανώσεις στο χωριό, στις μεγάλες κεντρικές υπηρεσίες, στους τεράστιους αποθηκευτικούς χώρους, στον μεγάλο αριθμό υπαλλήλων. Αυτό βέβαια ήταν ιστορική ανάγκη, γιατί οι αποστάσεις για τα μέσα μεταφοράς της εποχής ήταν μεγάλες, γιατί η τροφοδοσία με εφόδια ήταν αβέβαιη και έπρεπε να διατηρούνται υψηλά αποθέματα, διότι τα μέλη-αγρότες ήταν αγράμματοι και είχαν ανάγκη βοήθειας. Τέλος το εμπορικό περιβάλλον ήταν απλό. Ο μεγάλος πελάτης για το καλαμπόκι, το κριθάρι, το σιτάρι, το βαμβάκι, με τη μορφή της ΚΥΔΕΠ ήταν πάντα παρών, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις. Τα πορτοκάλια στέλνονταν στο πρώην κομμουνιστικό μπλοκ με ανταλλαγή, χωρίς ελέγχους, τα τεύτλα τα αγόραζε η βιομηχανία προστατευμένη με υψηλούς δασμούς, τον καπνό το ίδιο. Ειδικότερα στο Ν. Καρδίτσας ιδρύθηκαν και λειτούργησαν περίπου 200 συνεταιρισμοί για να διαχειριστούν τα προϊόντα 25.000 παραγωγών. Η μερίδα στην Ένωση αά φυσικό πρόσωπο ήταν 21 ευρώ. Από αυτό και μόνο το στοιχείο είναι φανερό ότι οι αγρότες ουδέποτε εκτίμησαν ότι συμμετείχαν σε επιχείρηση και ουδέποτε πραγματικά ταυτίστηκαν μαζί της. Και βέβαια η Καρδίτσα δεν είναι κάτι εξαιρετικό, με τον ίδιο τρόπο εξελίχθηκαν τα πράγματα σχεδόν σε όλη τη χώρα, και σήμερα τα ίδια οικονομικά αδιέξοδα ταλαιπωρούν και άλλες περιοχές. Το άλλο χαρακτηριστικό είναι η επικέντρωση του ενδιαφέροντος σε δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών, λογιστική-γραφειοκρατική υποστήριξη. Ο ουσιαστικός λόγος που θα δικαιολογούσε την ύπαρξη των συνεταιριστικών επιχειρήσεων δηλαδή η μεταποίηση προϊόντων, η δημιουργία υπεραξιών, η τοποθέτηση στην αγορά, η δημιουργία δικτύου πωλήσεων, παραμελήθηκαν με αποτέλεσμα σήμερα οι καταναλωτές να αγνοούν την ύπαρξη συνεταιριστικών προϊόντων. Η ΑΤΕ η οποία αποτέλεσε τον άλλο πυλώνα ανάπτυξης του αγροτικού τομέα, έχει επίσης ριζικά διαφοροποιηθεί. Οι απλόχερες χρηματοδοτήσεις ευτυχώς σταμάτησαν. Μάλιστα, αν θελήσουμε να είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι την ουσία πιο πολύ λειτούργησε σαν μηχανισμός εξίσωσης προς τα κάτω, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο από την κακοδιαχείριση. Δημιούργησε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού ανάμεσα στις επιχειρήσεις με σωστή διαχείριση, οι οποίες είχαν δημιουργικές ιδέες και στις άλλες που απλά διέθεταν έναν καπάτσο πολιτικάντη, ο οποίος είχε τον τρόπο να προκαλέσει την επέμβαση του νονού-κράτους που έσβηνε τα χρέη και ξανάρχιζε το παιχνίδι από την αρχή. Έτσι γέμισε η Ελλάδα βιομηχανικά κουφάρια και σε συνεταιριστικά χέρια. Για πολλές από τις επενδύσεις συνεταιρισμών η χρησιμότητά τους ολοκληρώθηκε την ημέρα των εγκαινίων. Πόσο άραγε αυτό το μοντέλο ταιριάζει στη σημερινή πραγματικότητα; Είναι φανερό ότι όλο αυτό το περιβάλλον δεν υπάρχει πια. Είναι φανερό ότι πριν σχεδιάσουμε την ανασυγκρότηση του συνεταιριστικού κινήματος στο Ν. Καρδίτσας πρέπει να ανασυγκροτήσουμε τις σκέψεις μας.

Η σημερινή κατάσταση

Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία ο αγροτικός πληθυσμός στη Ελλάδα έχει περιοριστεί περίπου στις 500.000 και σε αυτό τον αριθμό μόνο το 8% είναι κάτω από 30 ετών. Είναι εύκολα αντιληπτό ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα ο αγροτικός πληθυσμός θα υποχωρήσει σε ποσοστό 3 έως 5% του γενικού πληθυσμού, δηλ. περίπου 100-200.000 αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Αυτές οι εκμεταλλεύσεις θα είναι πια οικονομικά βιώσιμες και τεχνολογικά ανεπτυγμένες και σε καμία περίπτωση δεν θα θυμίζουν τον παραδοσιακό αγρότη. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα θα έχουμε επαγγελματίες αγρότες που επέλεξαν το αγροτικό επάγγελμα και δεν ξέμειναν σε αυτό. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να μας διαφεύγει η σημασία της μαζικής παραγωγής γεωτεχνικών, οι οποίοι σύντομα θα φτάσουν τις 100.000. Είναι αστείο να φαντάζεται κανείς ότι ο νέος επαγγελματίας αγρότης που σχεδιάζει και δρα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον θα περιμένει συμβουλές από το δημόσιο υπάλληλο – γεωπόνο ή τον αγροτικό σύμβουλο. Θα ήταν σαν να προτείναμε στον ξενοδόχο να αποφασίσει με βάση τις συμβουλές της Διεύθυνσης Τουρισμού της Νομαρχίας ή τον βιοτέχνη να περιμένει από τη Δ/νση Βιομηχανίας.

Προτάσεις

Το βασικό ερώτημα είναι αν υπάρχει σήμερα δυνατότητα αναστροφής της πορείας με βάση τα υπάρχοντα σχήματα. Αν δηλαδή μπορεί κανείς να μελετήσει ένα πακέτο μέτρων που σε κάποιο ορατό βάθος χρόνου θα μετατρέψουν και πάλι ένα χρεοκοπημένο σύστημα σε βιώσιμη επιχείρηση. Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα την δώσουν οι 22.000 ιδιοκτήτες οι οποίοι θα αναλάβουν και το βάρος. Νιώθουν όμως ιδιοκτήτες; Σ’αυτή την περίπτωση γιατί μας κάλεσαν; Γιατί δεν βάζουν από 1.000 ευρώ να αποκτήσουν και κεφάλαιο κίνησης; Η εμπειρία μου δυστυχώς είναι (και όχι από την Καρδίτσα) ότι όχι 1.000 ευρώ αλλά ούτε 10 ευρώ σε περίπτωση ανάγκης δεν θα βάλουν. Γι’αυτό η θέση μου είναι ότι δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί κανείς με πολύπλοκα προγράμματα εξυγίανσης, αναδιάρθρωσης χρεών, ανάληψης πρωτοβουλιών. Ότι είναι να γίνει ας το κάνουν οι υπεύθυνοι που σήμερα διαχειρίζονται αυτή την επιχείρηση. Έχουμε την ευθύνη μέσα σ’αυτό το περιβάλλον να κάνουμε μια πρόταση που πραγματικά θα αφορά στους νέους αγρότες, αυτούς δηλαδή που επέλεξαν να ζήσουν και να δημιουργήσουν στον αγροτικό τομέα. Οι νέοι αγρότες ελάχιστα περιμένουν από εμάς. Κατ’ αρχήν αδιαφορούν ή και αποστρέφονται συζητήσεις ιδεολογικό-πολιτικού περιεχομένου. Αναζητούν πρακτικές συμβουλές άμεσα εφαρμόσιμες. Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, θα μπορούσαμε να κάνουμε μερικές απλές προτάσεις, στηριγμένες σε μια απλή αρχή: ότι δηλαδή ο συνεταιρισμός είναι μια επιχείρηση και τίποτα άλλο. Στο συνεταιρισμό συμμετέχει κανείς θέτοντας συγκεκριμένους στόχους. Εάν στόχος είναι η εξασφάλιση καλύτερων τιμών για τα εφόδια, δεν χρειάζεται καμία οργανωτική υποδομή, ούτε αποθήκες, ούτε μετοχικό κεφάλαιο. Μια συλλογική διαπραγμάτευση είναι αρκετή. Προϋπόθεση η πειθαρχία των μελών στο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Εάν στόχος είναι η γραμματειακή – γραφειοκρατική υποστήριξη, είναι επίσης απλό πρόβλημα. Εάν όμως στόχος είναι η τοποθέτηση προϊόντων στην αγορά, τα πράγματα αλλάζουν και ίσως αυτή είναι η μόνη κατηγορία για την οποία αξίζει κανείς να συζητήσει και να προβληματιστεί. Σε αυτή την περίπτωση είναι αναγκαία η μακροχρόνια δέσμευση, η σημαντική εισφορά κεφαλαίων, η οργάνωση. Ο τρόπος λειτουργίας των ιδιωτικών μεταποιητικών και εμπορικών επιχειρήσεων πρέπει να εφαρμοστεί απαρέγκλιτα. Η σχέση δηλαδή ιδίων προς ξένα κεφάλαια, η επένδυση σε εξοπλισμό που άμεσα τίθεται σε λειτουργία και τα προϊόντα τοποθετούνται στην αγορά, η προσαρμογή της παραγωγής στις απαιτήσεις της αγοράς αποτελούν βασικές προϋποθέσεις. Το προσωπικό δεν πρέπει ποτέ να επιτραπεί να αναμιχθεί στην διοίκηση. Ο αριθμός του πρέπει να είναι ελάχιστος και η ποιότητά του ανάλογη της πολυπλοκότητας των εργασιών. Η άποψη που από πολλούς εκφράστηκε για δημιουργία μετώπου αγροτών εργαζομένων μόνο ένα αποτέλεσμα μπορεί να έχει και αυτό είναι η χρεοκοπία για τις επιχειρήσεις και η ανεργία για τους εργαζόμενους. Η συνεχής επίσης επίκληση από τους διοικούντες του κοινωνικού χαρακτήρα των συνεταιρισμών είναι απαράδεκτη. Η προσφορά του συνεταιρισμού κατ’ αρχήν μετριέται μόνο προς τα μέλη του. Σε αυτά οφείλει να προσφέρει μακροχρόνια σταθερότητα μέσα από την τοποθέτηση των προϊόντων τους στην αγορά. Για την επίτευξη αυτού του στόχου δεν χρειάζονται πολύπλοκα σχήματα. Ένας πρωτοβάθμιος συνεταιρισμός σε επίπεδο νομού κατά προϊόν ή ομάδα ομοιογενών προϊόντων είναι αρκετός. Μάλιστα θα έλεγα ότι καλύτερα είναι να επιλεγεί η μορφή της Α.Ε. με ονομαστικές, μη μεταβιβάσιμες μετοχές, γιατί έχει λιγότερες δεσμεύσεις και ουσιαστικά παρέχει τα ίδια πλεονεκτήματα με τον συνεταιρισμό.

Προηγούμενο άρθρο Ευθείες βολές στη Δημοτική Αρχή Καρδίτσας
Επόμενο άρθρο Αυστηρότερες ποινές για τους κουκουλοφόρους αποφάσισε η κυβέρνηση