Σ’ αυτή την περίοδο της Λαμπρής, που έφτασε, όπως επίμονα μας το τονίζει και το γνωστό πασχαλιάτικο τραγούδι των χωριών της Θεσσαλίας, περίοπτη θέση κατέχει και ο εορτασμός της «Ζωοδόχου Πηγής» ή της «Παναγιάς», όπως λέγεται κοινώς. Στις Καμινάδες Καρδίτσας, μια αγροτική κοινότητα τον 19ο αιώνα και σε απόσταση αναπνοής από ένα αστικό κέντρο, όπως ήταν της Καρδίτσας, ο ναός που ανηγέρθη, αφιερώθηκε στη Θαυματουργό και ιαματική Ζωοδόχο Πηγή της Παναγίας. Και αυτό… λόγω των θαυμάτων της θαυματουργής πηγής δίπλα σε ναό της Παναγίας και σήμερα εντός της Βασιλικής, Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής της Παναγίας του Μπαλουκλή στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης (Balιk(τουρκικά): ψάρι). Μάλιστα, στη Θεσσαλία ήταν πολύ σύνηθες και με μεγάλη διάδοση ιδιαίτερα στις αρχές του 19ου αιώνα λόγω και των μεγάλων λοιμών, που ξέσπασαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι ναοί να αναγείρονται προς τιμήν Αναργύρων Αγίων ή της Ζωοδόχου Πηγής είτε εξαιτίας κάποιου θαύματος είτε απαλλαγής της κοινότητας από μια λοιμώδη νόσο. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Καμινάδων Καρδίτσας θέλοντας να τιμήσει το πρόσωπο της Παναγίας και το θαύμα της ημέρας αφενός και να δώσει την ευκαιρία σε όλους να θυμηθούν ή να γνωρίσουν το πανηγύρι αφετέρου, ταράσσοντας τα στάσιμα ύδατα της πόλης, της συνοικίας και της συλλογικής μνήμης των κατοίκων, διοργανώνει για δεύτερη φορά εκ των ενόντων το πανηγύρι της Παναγίας ως σύλλογος μιας ιστορικής συνοικίας και με έντονη κοινοτική συνείδηση και ταυτότητα, αυτή του «Καμινιώτη». Πανηγύρι, που πέρυσι στέφθηκε με επιτυχία, παρόλο την ασυνέχεια του για κάποια χρόνια μέσα από τη συνέχεια, και που το αγκάλιασε με αγάπη όλος ο κόσμος της πόλης της Καρδίτσας. H Οργανωτική Επιτροπή της εκδήλωσης παραχώρησε συνέντευξη τύπου, αναφερόμενη στο «Σεργιάνι» και κάλεσε όλο τον κόσμο να συμμετάσχει. Λεπτομέρειες για το δρώμενο ανέφερε ο Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Καμινάδων κ. Νίκος Λάμπρου και ο επιστημονικός συνεργάτης του Συλλόγου Κώστας Πεσλης, Ιστορικός – Ερευνητής – Μετ. Φοιτητής τμ. Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου. Το πανηγύρι – εκδήλωση του Συλλόγου» ονομάστηκε «Σεργιάνι» Σ’ αυτό γυναίκες – μέλη του συλλόγου από το χωριό Αρτεσιανό Καρδίτσας τραγούδησαν τα εθιμικά πασχαλιάτικα («πασχαλιάτ’κα») τραγούδια και τα χόρεψαν με τον δικό τους ιδιόμορφο τρόπο, όπως τα χόρευαν οι γυναίκες στο χωριό τους αυτές τις ημέρες ή έξω από την εκκλησία της Παναγίας, όταν έρχονταν και αυτές για να χορέψουν στο πανηγύρι της Παναγίας από το χωριό τους. Επίσης, μια γυναίκα από το χωριό Αρτεσιανό τραγούδησε ένα παλιό άσμα για τους ιερείς της εκκλησίας και για τον επίσκοπο, το οποίο έλεγε ο παππούς της, που ήταν ιερέας, για τον επίσκοπο, μεταλαμπαδεύοντας μια παράδοση χρόνων με επιρροή από τον εκκλησιαστικό χώρο. Στη συνέχεια, γυναίκες απέδωσαν εξαιρετικά το γνωστό σ’ όλη την Ελλάδα τραγούδι με τίτλο «Τα δώδεκα ευζωνάκια». Τη σκυτάλη πήρε το χορευτικό τμήμα του Συλλόγου παρουσιάζοντας χορούς με τη συνοδεία δημοτικής ορχήστρας της περιοχής μας και με τα παλιά Θεσσαλικά τραγούδια του γλεντιού και του πανηγυριού. Αμέσως μετά οι χορευτές του Συλλόγου καταχειροκροτούμενοι από το πλήθος του κόσμου, το οποίο παρακολουθούσε την εκδήλωση στον αύλειο χώρο της εκκλησίας, σήκωσαν και έβαλαν στο χορό πολλούς από το κοινό, οι οποίοι διασκέδασαν με κέφι για πολλή ώρα. Στο τέλος, όλοι γεύτηκαν τα παραδοσιακά εδέσματα, που παρασκεύασαν κάτοικοι της συνοικίας και όχι μόνο. Όμως τι ήταν το «Σεργιάνι», που ο Σύλλογος των Καμινάδων έδωσε το όνομα σε όλη τη διοργάνωση; Το «Σεργιάνι»(από το τουρκικό seryan: περίπατος, βόλτα) ήταν η συνήθεια να πηγαίνουν και να παρακολουθούν το χορό των γυναικών, που έστηναν ή έξω από την εκκλησία ή σε ένα καθαρό και στεγνό τόπο, γνωστό και ως χοροστάσι(«χ’ρουστάσι»), κατά απόλυτη ηλικιακή ή οικογενειακή κατάσταση. Πάντοτε, υπήρχε ή υπήρχαν οι πρωτοχορεύτριες, που ήταν κατά κανόνα οι πιο ηλικιωμένες και καλλίφωνες γυναίκες, τις οποίες ονόμαζαν «γκεσέμια» και κατηύθυναν το χορό. Οι άνδρες και τα ηλικιωμένα μέλη της κοινότητας δεν συμμετείχαν στο χορό, αλλά παρέμεναν μόνο απλοί θεατές. Μόνο προς το τέλος του χορού και, μάλιστα, το απόγευμα έρχονταν τα όργανα και οι άνδρες μαζί με τις γυναίκες χόρευαν με τη συνοδεία οργάνων. Πρέπει να κάνουμε γνωστό ότι αν συνέπιπτε και το πανηγύρι της κοινότητας πρώτα χόρευαν τα πασχαλινά αυτά τραγούδια οι γυναίκες, ύστερα οι γυναίκες κάποιου άλλου χωριού, όπως υπήρχε η συνήθεια και τηρήθηκε με ευλάβεια, και ύστερα οι άνδρες με τις οικογένειες και τους φιλοξενούμενους τους με ζυγιές (κομπανίες) οργάνων σε διάφορα σημεία της κοινότητας, όπως στην πλατεία ή στα καφενεία. Και όσον αφορά στον ναό της Παναγίας πρώτα χόρευαν οι γυναίκες πίσω από την εκκλησία της Παναγίας(σήμερα εκεί, που ευρίσκεται ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Ρώσσου), όπου ήταν και το παλιό ενοριακό κοιμητήριο της κοινότητας, τα πασχαλιάτικα τραγούδια τους και ύστερα οι γυναίκες από κάποια άλλα χωριά, όπως από την Καρδιτσομάγουλα και το Αρτεσιανό. Οι γυναίκες τραγουδούσαν και χόρευαν το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, το πρωί και το απόγευμα της δεύτερης και της τρίτης μέρας του Πάσχα, το πρωί της Παρασκευής της Πασχαλιάς και της Κυριακής του Θωμά. Ορισμένες φορές και το πρωί κάθε Κυριακής μετά το Πάσχα μέχρι την εορτή της Ανάληψης. Γίνονταν δε και τα διάφορα αγωνίσματα, όπως η πάλη, το λιθάρι και το πήδημα. Παράλληλα, μπορεί να χόρευαν και τα διάφορα εθιμικά πασχαλιάτικα τραγούδια και οι διάφορες εθνοτικές ομάδες της Καρδίτσας, όπως ήταν οι Βλάχοι, οι Ηπειρώτες, οι Αγραφιώτες, οι Σαρακατσαναίοι κ. α.. και ακολουθούσαν τσακωμοί και άλλα γεγονότα μερικές φορές, που σημείωναν εύστοχα οι δημοσιογράφοι της εποχής. Μετά απ’ αυτό ζυγιές από όργανα έρχονταν και διασκέδαζαν τις παρέες σε διάφορα σημεία γύρω από το ναό. Με τη μικρή αυτή περιγραφή έγινε μόνο μια μικρή νύξη για την εθιμική κατάσταση, που επικρατούσε παλαιότερα στη σημαντική αυτή εορτή για την κοινότητα Καμινάδων, επαναφέροντας από τη μια μνήμες μιας άλλης περασμένης εποχής στους μεγαλύτερους κατοίκους της συνοικίας και της πόλης ή σε όσους έζησαν το πανηγύρι και από την άλλη προσπαθώντας να γνωρίσουν οι νεότεροι το εθιμικό παρελθόν της κοινότητας, όσον αφορά στο πανηγύρι. Και η προσπάθεια συνεχίζεται για την καταγραφή, μελέτη και προβολή της εθιμικής κατάστασής της τόσο στον κύκλο του χρόνου όσο και στον κύκλο της ζωής. Και του χρόνου, λοιπόν, όπως θα έλεγαν και οι παλιοί.