Ο Βουλευτής, τ. Υφυπουργός Παιδείας και Αναπληρωτής Τομεάρχης του Τομέα Παιδείας της Ν.Δ., κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, με Ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή προς την Υπουργό Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ζητά την αναστολή της απόφασης κατάργησης των Γραφείων Α/θμιας και Β/θμιας Εκπ/σης προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα που έχουν αρχίσει ήδη να αναφύονται, μεσούσης της σχολικής χρονιάς.
Σύμφωνα με την ερώτηση του κ. Ταλιαδούρου, η κυβέρνηση στο πλαίσιο του δήθεν «ορθολογικού εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης της Εκπαίδευσης και βελτίωσης της αποτελεσματικότητας», προέβη με αποσπασματικό και πρόχειρο τρόπο στην λήψη της απόφασης κατάργησης των γραφείων εκπαίδευσης χωρίς να έχει προετοιμαστεί υπεύθυνα, εκ μέρους της, η διάδοχη δομή οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα τη δυσλειτουργία του διοικητικού εκπαιδευτικού ιστού.
Ειδικότερα, η ερώτησή του έχει ως εξής:
«Με το νόμο 4027/2011 (ΦΕΚ 233Α) και συγκεκριμένα με το άρθρο 32 καταργήθηκαν τα Γραφεία Α/θμιας και Β/θμιας Εκπ/σης, στα πλαίσια του «ορθολογικού εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης της Εκπαίδευσης και βελτίωσης της αποτελεσματικότητας», που προωθεί η κυβέρνηση όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου. Η κατάργηση αυτή, που συνεπάγεται τη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων των Γραφείων στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και στους διευθυντές των σχολικών μονάδων αναμένεται να δημιουργήσει δυσλειτουργία στο χώρο της εκπαίδευσης, μεσούσης της σχολικής χρονιάς.
Είναι γνωστό ότι τα γραφεία εκπαίδευσης επιτελούσαν επιτυχώς επί δεκαετίες τώρα πρωτίστως διοικητικό έργο (μισθοδοσία εκπαιδευτικών, διοικητική και λειτουργική οργάνωση των σχολείων) και ως εκ τούτου η απόφαση κλεισίματος αυτών χωρίς να έχει σχεδιαστεί και αποφασιστεί υπεύθυνα η διάδοχη δομή οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης, που υποτίθεται θα αντικαθιστούσε την υπάρχουσα προβληματική, είναι βέβαιο ότι θα αποδειχθεί αναποτελεσματική, δημιουργώντας χάος στους κόλπους της εκπαίδευσης, σε μια εποχή μάλιστα που τα εκπαιδευτικά θέματα γίνονται όλο και πιο σύνθετα. Η απόφαση περιορισμού των επιπέδων διοίκησης από μόνη της, χωρίς αυτή να συνοδεύεται από τις απαραίτητες αποφάσεις κατάργησης της γραφειοκρατίας και απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών δεν μπορεί να προσδώσει ευελιξία στο σύστημα διοίκησης της εκπαίδευσης, ιδίως όταν στις διατηρηθείσες υπηρεσίες δεν υπάρχει ούτε κατάλληλη υποδομή ούτε επαρκές διοικητικό προσωπικό. Και για του λόγου το αληθές δεν έχουμε παρά να αναλογιστούμε πώς περιμένουμε στην Α’ Δ/νση Β/θμιας Εκπαίδευσης ο Διευθυντής να ανταπεξέλθει στο έργο του αποτελεσματικά όταν καλείται πλέον να αναλάβει τις αρμοδιότητες και των επτά (7) γραφείων που υπάγονταν σε αυτή μέχρι τώρα καθώς επίσης και αυτών του Γραφείου Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.
Επιπλέον, η μη ύπαρξη διαφορετικών χωρικών κριτηρίων (νησιώτικη και ηπειρωτική χώρα) στο σχεδιασμό της δομής της εκπαίδευσης αποδεικνύει περίτρανα τον αποσπασματικό και πρόχειρο τρόπο λήψης της απόφασης κατάργησης των γραφείων εκπαίδευσης όπως άλλωστε επισημάνθηκε και κατά τη συζήτηση της Ολομέλειας της Βουλής της 26/10, όπου ζητήσαμε να εξαιρεθεί το άρθρο 32 από το υπό ψήφιση Νομοσχέδιο προκειμένου να συζητηθεί διεξοδικά και σοβαρά στο πλαίσιο οικείου νομοσχεδίου.
Κατόπιν αυτών ερωτάται η κ. Υπουργός:
Προτίθεστε με Υπουργική Απόφαση να προβείτε σε αναστολή εφαρμογής του άρθρου 32 του νόμου 4027/2011 (ΦΕΚ 233Α), προκειμένου να αποφευχθούν τα προβλήματα που έχουν αρχίσει ήδη να αναφύονται, δεδομένου ότι βρισκόμαστε στη μέση της σχολικής χρονιάς, μέχρι ότου να προετοιμαστεί η διάδοχη δομή οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης;»