«Οι γιατροί της χώρας αισθάνονται ιδιαίτερα αδικημένοι από την εξαίρεση του ιατρικού προσωπικού από την χορήγηση επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας στο σχετικό Νόμο, όπως ισχύει βάσει απόφασής σας από 1η Νοεμβρίου 2011.
Η ίδια η φύση του επαγγέλματος των ιατρών εμπεριέχει την καθημερινή έκθεσή τους σε πάσης φύσεως κινδύνους για την προσωπική τους υγεία, καθιστώντας το λειτούργημά τους επικίνδυνο και ανθυγιεινό. Τόσο οι εργαστηριακοί γιατροί όσο και οι χειρουργοί υπηρετούν σε συγκεκριμένες ειδικές μονάδες ή εργαστήρια όπου έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με κινδύνους, όπως τα διάφορα μεταδοτικά νοσήματα, από το οποία καταγράφονται πολλές μολύνσεις. Επιπλέον, πολλοί ιατροί, και ιδιαίτερα οι ειδικευόμενοι, λόγω λειτουργικών ελλείψεων του ΕΣΥ, αναγκάζονται να εκτελούν χρέη τραυματιοφορέα, αιμολήπτη, μεταφορέα βιολογικών υγρών ή βοηθητικού προσωπικού σε χειρουργεία.
Υπάγεται, λοιπόν, το νοσηλευτικό προσωπικό και άλλα υγειονομικά επαγγάλματα, πραγματικά πολύτιμοι συνεργάτες των ιατρών, στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, ενώ το ιατρικό προσωπικό εξαιρείται, γεγονός που αντίκειται στο Σύνταγμα της χώρας, το οποίο καθιερώνει την αρχή της ισότητας και της ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας.
Εφόσον, λοιπόν, σκοπός του νομοθέτη είναι ο εξορθολογισμός των κριτηρίων βάσει των οποίων χορηγείται το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, και δεδομένου ότι ιατροί πολλών ειδικοτήτων βιώνουν ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες από άποψη υγιεινής και ασφάλειας στην άσκηση του λειτουργήματός τους, που έχει ανυπολόγιστη κοινωνική προσφορά, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
Προτίθεστε να επανεξετάσετε το ζήτημα της εξαίρεσης του ιατρικού προσωπικού από τη λίστα των ανθυγιεινών επαγγελμάτων;»